Η συγκρατημένη απελπισία ενός νέου άνδρα, του Λούις Μπλουμ, που ψάχνει για δουλειά στο Λος Άντζελες δεν είναι απλώς το πορτρέτο ενός άνεργου που η τύχη τον φέρνει κοντά στο εγκληματολογικό ρεπορτάζ και στην ελεύθερη αγορά των media, όπου εμπορεύεται μακάρια θέματα που «πουλάνε», αλλά μια πρωτότυπη βουτιά στα σωθικά της αστικής νύχτας, με πρωταγωνιστές τους παπαράτσι της φρίκης, δηλαδή τους ελεύθερους ρεπόρτερ που κυνηγάνε τα δυστυχήματα και τις ληστείες και καταγράφουν με τις κάμερές τους υλικό βίας, η ωμότητα και η αποκλειστικότητα του οποίου αποτιμάται αναλόγως από τηλεοπτικά δίκτυα που αγοράζουν τα κομμάτια και τα προβάλλουν με προφανή στόχο την τηλεθέαση – με πιξελαρισμένα θύματα και δέος στην εκφώνηση της μακάβριας είδησης. Ο Μπλουμ, στην περιήγησή του προς άγραν εργασίας ή απασχόλησης, δράττεται της πρώτης ευκαιρίας και αποδεικνύεται άριστος μαθητής και δεινός διαπραγματευτής του εαυτού του. Εκπαιδευμένος από τα τηλεοπτικά προγράμματα που παρακολουθεί ελλείψει άλλων ενδιαφερόντων, ξέρει να μιλά σαν τηλεοπτικό παπαγαλάκι: γέννημα-θρέμμα του Λος Άντζελες, δείχνει την άλλη πλευρά της κορεσμένης αγοράς των παιδιών που θέλουν πάση θυσία να γοητεύσουν μια κάμερα, εξαργυρώνοντας τις χιλιάδες ώρες που έχει κάτσει μπροστά σε έναν ανοιχτό δέκτη, με γνώσεις και πειθώ, όταν βρεθεί στην ανάγκη, και όταν φυσικά έρθει η στιγμή του. Στην πόλη των μεγάλων ευκαιριών, η δική του δεν είναι τόσο νόμιμη ή ηθική, ωστόσο κάποιος πρέπει να κάνει τη βρομοδουλειά και να αμειφθεί. Ο Μπλουμ στήνει σταδιακά ένα μαγαζί από το μηδέν και το Λος Άντζελες έχει χιλιάδες ιστορίες, όχι μόνο να διηγηθεί αλλά και να αποκαλύψει, ακόμα και παρά τη θέληση του. Οι συναντήσεις του με την αρχισυντάκτρια ενός τηλεοπτικού προγράμματος που ψαρεύει νυχτερινά περιστατικά καταδείχνουν μαεστρικά, εκτός από το παζάρι, την απόσταση του ήρωα από την πραγματική ζωή. Είναι ένα νυχτόβιο ον που έχει αντικαταστήσει τη λογική και την ηθική με τα ένστικτα της επιβίωσης και ένα δικό του σύστημα αξιών που εναρμονίζεται πλήρως με τους νόμους των media. Είναι δύσκολο να πιστέψει κάποιος πως πρόκειται για το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Νταν Γκιλρόι (αδελφού του Τόνι Γκιλρόι, του Μάικλ Κλέιτον), καθώς το σενάριο γύρω από τη νύχτα, την πόλη και τους ανθρώπους της, υποψήφιο στα φετινά Όσκαρ, συνάδει με την αρτιότητα της σκηνοθετικής ματιάς. Ο Τζέικ Τζίλενχαλ, γλοιώδης και μεθυστικός ταυτόχρονα, δίνει μία από τις ανδρικές ερμηνείες της χρονιάς.