Δύο πρώην σύντροφοι, η Γουίλα και ο Μπιλ, ξαναβρίσκονται χρόνια μετά τον χωρισμό τους, όταν αναγκάζονται να διανυκτερεύσουν στο αεροδρόμιο λόγω κακοκαιρίας. Και οι δύο θέλουν να γυρίσουν σπίτια τους, αλλά στη διάρκεια της νύχτας καταλήγουν να αναπολούν το παρελθόν τους και όσα θα μπορούσαν να είχαν εξελιχθεί διαφορετικά.
Ένας βετεράνος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου) το σκάει από ένα γηροκομείο στη Βόρεια Ιρλανδία και κάνει ένα συναρπαστικό και κουραστικό ταξίδι μέχρι τη Γαλλία για να παρευρεθεί στον εορτασμό της 75ης επετείου από την απόβαση στη Νορμανδία.
Το μέλλον διαγράφεται αμφίβολο για την τελευταία παμπ που έχει απομείνει σ’ ένα χωριό της βορειοανατολικής Αγγλίας, την Old Oak. Οι περισσότεροι ντόπιοι εγκαταλείπουν το μέρος, καθώς τα ορυχεία στα οποία δούλευαν κλείνουν το ένα μετά το άλλο, ενώ Σύριοι πρόσφυγες καταφθάνουν στο χωριό όπου τα σπίτια είναι φτηνά.
Tα πάντα στη ζωή του Πολ Μάθιους, ενός βαρετού ακαδημαϊκού, ανατρέπονται, όταν εκατομμύρια άγνωστοι αρχίζουν να τον βλέπουν στα όνειρά τους. Όταν αυτές οι νυχτερινές εμφανίσεις του πάρουν εφιαλτική τροπή, ο Πολ αναγκάζεται να τα βγάλει πέρα με την αναπάντεχη φήμη του.
Ένας πατέρας και ο γιος του βρίσκονται στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμής, με τον δεύτερο να πέφτει νεκρός από τα πυρά συμμοριών και τον πρώτο να χάνει τη φωνή του από τα τραύματά του. Όταν συνέρχεται, ο πατέρας αποφασίζει να πάρει εκδίκηση.
Σε ένα απομακρυσμένο νησί της Ελλάδας, γύρω στο 1900, η Χαδούλα, παγιδευμένη στην απόρριψη της ίδιας της μάνας της, αγωνίζεται να επιβιώσει ακολουθώντας τις επιταγές μιας πατριαρχικής κοινωνίας.
Ένα φαινομενικά αθώο και χαλαρό παιχνίδι μεταξύ εφήβων έχει ως αποτέλεσμα τον δαιμονισμό ενός εξ αυτών, του Μάρκους. Για να τον σώσουν, τα αδέλφια και οι φίλοι του καλούνται να παίξουν σε μια σειρά δαιμονικών παιχνιδιών, όπου η νίκη αποτελεί μονόδρομο, αφού η ήττα συνεπάγεται τον θάνατο των χαμένων.