Το πρώτο σενάριο, απευθείας γραμμένο για τον κινηματογράφο, από τον Κόρμακ Μακάρθι αντιστρατεύεται κάθε έννοια κίνησης και ενδιαφέρουσας αφήγησης, με σκηνές που δεν οδηγούν κάπου συγκεκριμένα, παιγμένες από πασίγνωστους ηθοποιούς που μιλάνε σαν να δίνουν διάλεξη φιλοσοφίας περί ζωής, θανάτου και καπιταλισμού, με τη γνωστή επινικελωμένη πατίνα που δίνει ο Ρίντλεϊ Σκοτ – ένοχος που δεν άλλαξε τα φώτα στο σενάριο, αλλά πώς να το κάνει, που τόσα χρόνια πάσχιζε να μεταφέρει Μακάρθι στην οθόνη και τώρα που του ήρθε, δεν του έτυχε διασκευή αλλά τελειωμένο σενάριο από τον συγγραφέα, που είτε ντράπηκε, είτε δεν τόλμησε να πειράξει.

 

Η πλοκή αφορά το βρόμικο deal ναρκωτικών που εμπλέκει τον συνήγορο Φασμπέντερ και τους πεπειραμένους σε τέτοιες δουλειές, Μπραντ Πιτ και Χαβιέ Μπαρδέμ.

 

Η διαφορά τους είναι πως ο Μπαρδέμ είναι φιγουρατζής, ο Πιτ μυστικοπαθής και ο Φασμπέντερ άσχετος με όλα αυτά, καθώς το μόνο που θέλει είναι να βγάλει ένα μερίδιο και να πληρώσει το ακριβό μονόπετρο της Πενέλοπε Κρουθ, την οποία γουστάρει πολύ ερωτικά και σκοπεύει να την παντρευτεί οσονούπω.

 

Μοιραία γυναίκα είναι η Κάμερον Ντίαζ, ένα πλάσμα που μοιάζει αδίστακτο και υπαινίσσεται αμαρτωλό παρελθόν – αν και σε μία σκηνή πάνω στο παρμπρίζ δείχνει τα γυμναστικά της προσόντα στο σεξ. Ολόκληρη η ταινία είναι μία σειρά από βαρυσήμαντες βινιέτες προειδοποιήσεων με χαμηλόφωνο στόμφο και πολύ νόημα στο βλέμμα.

 

Ο Φασμπέντερ προσπαθεί, ο Μπαρδέμ και ο Πιτ είναι σχηματικοί, η Κρουθ ελάσσονος σημασίας και η Ντίαζ επιφανειακή. Ο Μακόρμακ παντρεύτηκε μοναδικά με τους Κοέν στο Καμία πατρίδα για τους μελλοθάνατους, καθώς ο αφαιρετικός μηδενισμός των αδελφών ταίριαξε γάντι με τον πεσιμισμό του συγγραφέα.

 

Από τον Συνήγορο λείπει όχι μόνο η δράση αλλά το ουσιαστικό δράμα.