Η κοινή λογική προϋποθέτει συναίνεση της πλειοψηφίας, και δεδομένου ότι ο κόσμος επιμένει –στην πραγματικότητα και όχι στο σινεμά– να κρατά το κινητό, την κάμερα, τον φακό τέλος πάντων, αταλάντευτα στραμμένο προς το πρόβλημα, το δυστύχημα, ακόμη και τη φρίκη, ομολογώ πως έσφαλα στην πρώτη μου εκτίμηση, τότε που πίστευα πως το Blair Witch Project έπασχε με το καλημέρα, δηλαδή από το αξίωμα της καταγραφής ακραίων συμβάντων μέχρι τον θάνατο. Τα χρόνια πέρασαν και το horror υποείδος του found footage ξεπεράστηκε, ίσως από την ίδια την καθημερινότητα, με το κοινό να αναζητά το twist σε πιο περίτεχνες «ανατριχίλες».

 

Το Δάκρυ του Διαβόλου επαναφέρει το φανταστικό στο ψευδορεαλιστικό οδοιπορικό μιας ομάδας από ντοκιμαντερίστες που εκδράμουν στο Περού για να φτιάξουν μια οικολογικού προσανατολισμού ταινία που επιδιώκει να καταδείξει την παράνομη εξόρυξη σε μια περιοχή που όλοι οι ντόπιοι τούς προειδοποιούν να μην πλησιάσουν καν, γιατί παραμονεύει το εκδικητικό πνεύμα του κακού, ο διαβόητος Σουπάι. Τα ματωμένα δάκρυα και η παρουσία βρυχώμενων ανθρωπόμορφων ζώων που καταγράφει η κάμερα και βλέπουν αποκλειστικά τα ήδη δαγκωμένα υποψήφια θύματα είναι τα πρώτα ανησυχητικά σημάδια, αλλά οι νέοι κινηματογραφιστές δεν μπορούν να βγουν από το δάσος και τρέχουν για να σωθούν σε ένα κινηματογραφικό κυνηγητό που θυμίζει μεν Blair Witch, αλλά διαπράττει το κεφαλαιώδες λάθος να δείχνει περισσότερα από όσα κρύβει – δύσκολη υπόθεση η αφαίρεση. Το κακοπαιγμένο αγγλόφωνο ντεμπούτο του Γκονζάλο Οτέρο, ο οποίος προέρχεται από το animation, επιφυλάσσει μια ανατροπή ένα τέταρτο πριν από το φινάλε, υπερβολική και ελάχιστα πιστευτή, ακόμη και για τους φανατικούς του δαιμονικού.