Ο συγγραφέας Ραμόν είναι βαριά άρρωστος και η κόρη του Μανταλέν παρακαλεί τη μητέρα της, Ίζαμπελ, να τον φροντίσει στα τελευταία του. Δεκαπέντε χρόνια μετά το διαζύγιό τους, η προσωρινή συνύπαρξη ξεκινά με δυσκολίες: ο Ραμόν δεν αισθάνεται αρκετά καλά ώστε να βγαίνει συχνά από το δωμάτιό του και η Ίζαμπελ νιώθει άβολα σε ένα σπίτι με τόσες αναμνήσεις. Ο χώρος μοιάζει με σκοτεινό δάσος και η παρουσία του άλλοτε άντρα της ζωής της δεν είναι παρά ένα φάντασμα από το παρελθόν που διανθίζεται με τα βιβλία του, τις στιγμές που μοιράστηκαν ή τη μουσική που μερικές φορές ακούγεται στο βάθος. Η υγεία του επιδεινώνεται, αλλά μετά από μια σωστή αγωγή η επικοινωνία αποκαθίσταται και επιστρέφει στο σπίτι από το νοσοκομείο, με παλιούς φίλους να τον επισκέπτονται και να τον ενθαρρύνουν νοσταλγικά.
Ο ασθενικός Ραμόν έχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα: συναισθάνεται τον θάνατο, έχει πλήρη επίγνωση του τέλους, βλέπει τον χρόνο με διαφορετικό μετρητή και δέχεται την περιποίηση με ειλικρινή στωικότητα, χωρίς άγχος και αμφιβολίες, εναλλάσσοντας τη βαριά ανάσα της ανημπόριας με εκλάμψεις χαράς και χαμόγελα ευγνωμοσύνης. Αντίθετα, η κόρη του είναι πολύ μικρή για να συλλάβει το πεπερασμένο και τη θνητότητα, παρά τις καλές τις προθέσεις και την αδυναμία στον πατέρα της, ενώ, από ένα σημείο κι έπειτα, η Ίζαμπελ ρίχνει την ασπίδα της συμπόνιας και επαναφέρει τη συσσωρευμένη πικρία που την οδήγησε στον χωρισμό και στην αποξένωση. Η οικειότητα ανάμεσα στο πρώην ζευγάρι, σαν το ταλέντο που δεν εγκαταλείπει όσους το έχουν, αναθερμαίνει μια ιστορία αγάπης με τη μορφή της δραματικής παρένθεσης, μια χαμένη ευκαιρία που ίσως βρίσκει τον τόνο που της αρμόζει καλύτερα σε μια δυσχερή συγκυρία. Όπως και η Κάρλα Σιμόν από τη νεότερη γενιά των Ισπανίδων που εμπνεύστηκε από τον δυναμισμό και τη διαφορετική κινηματογραφική προσέγγιση της Ιζαμπέλ Κοϊξέτ, η Πιλάρ Παλομέρο σκηνοθετεί αντικρίζοντας κατάματα τους χαρακτήρες, ρεαλιστικά, τρυφερά και οικουμενικά, αποσπώντας ατόφιες ερμηνείες μέσα από αληθινούς, καλά δουλεμένους διαλόγους. Τα Λαμπυρίσματα διανύουν αναδρομικά όλο το τόξο μιας κοινής ζωής, από τα ξέφωτα φευγαλέας χαράς (ένας αυτοσχέδιος χορός στην κουζίνα, μια συνωμοτική ματιά, η μικρή βόλτα στην ακροθαλασσιά) ως τον πόνο και τη θλίψη, αλλά και το τέλος ως συνέχεια, αντί για λυπητερό επίλογο. Στον ρόλο της Ίζαμπελ η Πατρίσια Λόπεζ Αρναΐθ τιμήθηκε με το βραβείο πρώτου γυναικείου ρόλου στο πρόσφατο Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0