Πληθαίνουν οι βορειοευρωπαϊκές ταινίες για το προσωπικό κόστος, τον «ροδανθό» που αφήνουμε πίσω στο κυνήγι την επαγγελματικής καταξίωσης. Που δεν είναι φυσικά, ένα σοβαρό πρόβλημα μόνο της Βόρειας Ευρώπης, αλλά του δυτικού κόσμου εν γένει.

 

Σε αυτήν τη διαρκώς διευρυνόμενη κινηματογραφική υπο-κατηγορία έρχεται να καταθέσει το λιθαράκι του και ο Κρίστοφερ Μπόε, ο οποίος με την Ερωτική Αναπαράστασή (Reconstruction, 2002) απέδωσε με έναν άκρως κινηματογραφικό τρόπο τη σύγχυση του χώρου και την πλήρη απόσχιση του βιωμένου από τον πραγματικό χρόνο στο μυαλό ενός ερωτευμένου – αν δεν έχετε δει την ταινία, να την αναζητήσετε χτες, που λέμε.

 

Στο Taste of Hunger, που αποτελεί την πρώτη απόπειρα του Δανού σκηνοθέτη σε ευρύτερα προσβάσιμο θέαμα, ένα παντρεμένο ζεύγος, που έχει στην ιδιοκτησία του γκουρμέ εστιατόριο, πασχίζει να κατακτήσει ένα αστέρι Michelin. O στόχος σταδιακά προκαλεί ρήγμα στη σχέση τους, γεννά εσωστρέφεια, οδηγεί στην απιστία και, περισσότερο, στην αυτοαπορρόφηση, με θύματα τόσο τους ίδιους, όσο και τα παιδιά τους.

 

Το σενάριο δεν διεκδικεί δάφνες ποιότητας, η συνδρομή του έμπειρου Τομπίας Λίντχολμ έγκειται, μάλλον, στην προσθήκη κάποιων συγκρούσεων –συνήθως τα σενάρια του Μπόε είναι πιο αφηρημένα– και επεισοδίων, μα η γοητεία της ταινίας έγκειται στο στιλιζάρισμα, στο φωτογενέστατο πρωταγωνιστικό δίδυμο και στη μοναδική ικανότητα του Μπόε να κινηματογραφεί ανθρώπους που ερωτεύονται, που φλερτάρουν, που λογομαχούν και που τα ξαναβρίσκουν, συλλαμβάνοντας (και τονίζοντας) με τον φακό του εκείνη τη στιγμή –ένα βλέμμα, μια στιγμιαία ανάκλαση του φωτός, μια ανεπαίσθητη κίνηση του χεριού– η οποία σπάει την κινηματογραφική τεχνητότητα και παράγει αυθεντικό, ανθρώπινο συναίσθημα.