Συμπληρώνοντας με υπόσχεση, δεξιοτεχνία και αυτοπεποίθηση το δίδυμο του νέου κύματος του ουγγρικού σινεμά που αποτελούν ο Λάσλο Νέμες και η Ίλντιγκο Ενιέντι, ο ντοκιμαντερίστας Ντένες Νάγκι κάνει ντεμπούτο στη μυθοπλασία και κερδίζει το βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Βερολίνου αλλά και αυτό της καλλιτεχνικής διεύθυνσης από την Ευρωπαϊκή Ακαδημία με το Φυσικό Φως, το επώδυνο οδοιπορικό ενός λοχία μαζί με μια ομάδα στρατιωτών στα δάση της Ουκρανίας, όταν η Ουγγαρία ήταν συντεταγμένη με τους Ναζί και τον Άξονα και περίπολοι αναζητούσαν αντάρτες στο κατεχόμενο τμήμα της Σοβιετικής Ένωσης.

 

Ο Σεμέτκα είναι φωτογράφος, σιωπηλός και ανέκφραστος, παρατηρητής ενός πολέμου που φαίνεται να μην τον αφορά, αλλά δεν είναι σε θέση να τον προσπεράσει, καταλύτης της βίας που μαίνεται γύρω του, λειτουργώντας ως συμβολική, ουδέτερη φιγούρα στην πάντα επίκαιρη παγίδα του παρτιζανισμού και της προδοσίας. Ο Νάγκι δεν ενδιαφέρεται για τις λεπτομέρειες που θα προσδώσουν συμπάθεια ή οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα στον πρωταγωνιστή όσο τον χρησιμοποιεί ως αντανάκλαση του φυσικού φωτός, τον αδύναμο κρίκο ανάμεσα σε ένα τοπίο που αγκαλιάζεται από το λυκόφως και τα θύματα μιας τραγικής ιστορικής σύγχυσης.

 

Συμπυκνώνοντας ένα μυθιστόρημα 600 σελίδων που καλύπτει είκοσι χρόνια από τη ζωή των ηρώων σε τρεις ημέρες του 1943, ο Ούγγρος σκηνοθέτης προτείνει έναν απρόθυμο αντιήρωα με έλλειψη πρωτοβουλίας, ένα βήμα πίσω από τα γεγονότα, αλλά παρόντα στις καταστάσεις, σαν άνθρωπο-κάμερα με άχαρο ρόλο και πρόθεση να καταδείξει με νατουραλισμό και φυσικό ρυθμό τον παραλογισμό, θυσιάζοντας ταυτόχρονα την όποια κορύφωση.