Στη χώρα των αγίων και των αμαρτωλών, ένας φιλήσυχος εκτελεστής θέλει να αποσυρθεί με αξιοπρέπεια στη μέση του παραθαλάσσιου πουθενά, και μια βαθύτατα, αμετάκλητα οργισμένη τρομοκράτης (μέλος του Ιρλανδικού Απελευθερωτικού Στρατού, για την ακρίβεια) του υπενθυμίζει, εκρηκτικά και σαδιστικά το δολοφονικό παρελθόν του.

 

Στις Φασαρίες των '70s, χωρίς αυτοβιογραφικές διαθέσεις, όπως ο Κένεθ Μπράνα στο Μπέλφαστ, ο Ρόμπερτ Λόρενζ, τρεις φορές υποψήφιος για Όσκαρ καλύτερης παραγωγής σε ταινίες του Κλιντ Ίστγουντ, σκηνοθετεί ένα δραματικό θρίλερ που στην ουσία είναι γουέστερν, γεμάτο εκδίκηση και υπερβολή, κλισέ σημάδια στο γνώριμο τοπίο των γραφικών παμπ και της χαρακτηριστικής εξοχής, και βέβαια με κεντρικό άξονα και άγκυρα τον πάντα ψύχραιμο Λίαμ Νίσον, στη δεύτερη συνεργασία τους μετά το Marklsman.

 

Στον Άγραφο Νόμο, που έκανε πρεμιέρα στο τμήμα Ορίζοντες, εκτός συναγωνισμού, στο πρόσφατο Φεστιβάλ Βενετίας, ο Ιρλανδός καρατερίστας που έστρωσε όψιμη καριέρα σε ρόλους αυτόκλητων τιμωρών μιας κάποιας ηλικίας, επικαλείται σίγουρα περισσότερες ερμηνευτικές αποχρώσεις από τις στάνταρ που απαιτήθηκαν στις Αρπαγές και τις μιμήσεις τους, αλλά και πάλι παίζει, με συμπονετικό βλέμμα, αιχμές τύψεων και την δραματική ζαριά του ανθρώπου που δεν έχει να χάσει τίποτε, σε πίστα με σεταρισμένη διαδρομή και περιοερισμένη δραματουργική πειστικότητα- παρά το ωραίο pas de deux τους με τον Κίραν Χάϊντς.

 

Όλα οδηγούν σε μια αναμέτρηση που θα κρίνει τα πάντα, και το σενάριο απλά δεν σηκώνει το βάρος τόσων σημαντικών, και τόσων πολλών μονομάχων.