Mε τον αιμοδιψή Αρπαχτή του Ίθαν Χοκ νεκρό στην πρώτη ταινία, θα πίστευε κανείς ότι το μαύρο τηλέφωνο, που πιάνει γραμμή με τον Άλλο Κόσμο, θα έπαυε να χτυπά. Θα το πίστευε, αν δεν είχε καταναλώσει χιλιάδες ώρες κινηματογραφικού τρόμου και δεν γνώριζε ότι τα τέρατα του είδους πεθαίνουν μόνο όταν κοπάσει η ζήτηση γι’ αυτά. Με το Black Phone να σπάει ταμεία και τον συγγραφέα Τζο Χιλ να μην έχει κομίσει λογοτεχνική συνέχεια προς διασκευή, οι Σκοτ Ντέρικσον και Ρόμπερτ Σ. Kάρτζιλ είχαν carte blanche για το κινηματογραφικό δεύτερο μέρος και την εξαργύρωσαν κινούμενοι σε ανάλογη χρωματική παλέτα, με τη μεταφορά της δράσης σε χιονισμένο τοπίο.

 

Εκεί μετακινούνται τα δυο πιτσιρίκια της πρώτης ταινίας, ο επιζήσας και φονέας του Αρπαχτή, Φιν, και η αδελφή του, Γκουέν, με τα περίεργα οράματα που κληρονόμησε από την αυτόχειρα μητέρα της. Σε μερικά από αυτά εμφανίζονται παλιότερα θύματα του διαβόητου serial killer, αλλά και εκείνος αυτοπροσώπως, ως άλλος Φρέντι Κρούγκερ, ικανός, πλέον, να βλάψει τα θύματά του στον ύπνο τους. Ή κάπως έτσι, καθώς οι κανόνες λειτουργίας αυτής της δαιμονικής ύπαρξης αναπροσαρμόζονται ανάλογα με τις ανάγκες της εκάστοτε σκηνής, μαρτυρώντας μια σεναριακή προχειρότητα που βγάζει μάτι και επιβεβαιώνεται από τη συστηματική προσφυγή του Ντέρικσον σε μελοδραματισμούς, το σύνηθες καταφύγιο ενός σκηνοθέτη όταν το περιεχόμενο κρίνεται ανεπαρκές για να κερδίσει τον θεατή. Να σημειωθεί ότι αναφερόμαστε σε έναν σκηνοθετικό τρόπο και όχι στο είδος του μελοδράματος, το οποίο έχουμε σε τεράστια εκτίμηση και, στην καλή του εκδοχή, λειτουργεί ως φόρμα που περικλείει (και μεταδίδει) το περιεχόμενο.

 

Την κατάσταση σώζουν η ανάπλαση της horror αισθητικής των ’80s στις ονειρικές σεκάνς, oι σινεφιλικές αναφορές, που δεν εξαντλούνται στο Nightmare on Elm Street, η επιβεβαιωμένη ικανότητα του Ντέρικσον στο στήσιμο κοψοχολιαστικής βινιέτας τρόμου και η μοχθηρή, βραχνή ερμηνεία του Ίθαν Χοκ, η φωνή του οποίου ακούγεται σαν να ξεκινά από πολύ χαμηλά, να σκαρφαλώνει μέσα από στενά, ακάθαρτα λαγούμια και, όταν τελικά βγαίνει από το στόμα, να κουβαλά μέσα της ό,τι μάζεψε στη διαδρομή. Ωστόσο, εάν η (αναπόφευκτη;) τρίτη εξόρμηση του Αρπαχτή δεν συνοδευτεί από παραπανίσια σεναριακή μέριμνα, θα το σκεφτούμε πολύ σοβαρά αν θα ξανασηκώσουμε το ακουστικό.