Ο Τζουντ είναι Αμερικανός, η Μίνα Ιταλίδα. Συναντιούνται τυχαία στη Νέα Υόρκη και ζουν μια θυελλώδη ερωτική ιστορία, που κορυφώνεται με την απρόοπτη εγκυμοσύνη της Μίνα και τον γάμο τους. Από τους πρώτους μήνες της εγκυμοσύνης ένα έντονο μητρικό ένστικτο κάνει την Μίνα να πιστεύει ότι κουβαλά ένα «ξεχωριστό» παιδί. Για να σεβαστεί τη φύση, το προστατεύει εμμονικά από τις «μολύνσεις» του έξω κόσμου και της δυτικής ιατρικής. Από αγάπη για τη Μίνα, ο Τζουντ ακολουθεί τις οδηγίες της, αλλά κάποια στιγμή μια επίμονη μάχη υποψιών και κατηγοριών ξεκινά ανάμεσά τους, οδηγώντας τους σε μια εκρηκτική σύγκρουση.
Το πρώτο αγγλόφωνο φιλμ του Σαβέριο Κοστάντζο, γυρισμένο στο Upper West Side της Νέας Υόρκης, συμμετείχε στο επίσημο διαγωνιστικό του περσινού Φεστιβάλ της Βενετίας και απέσπασε τα δύο βραβεία ερμηνείας, για τον Άνταμ Ντράιβερ και την Άλμπα Ρορβάχερ, οι οποίοι προσπαθούν με όλες τους τις δυνάμεις να διασχίσουν με πειστικότητα μια σχεδόν αδιαπέραστη, μυστηριώδη φιλμική σπαζοκεφαλιά. Διότι οι Πεινασμένες Καρδιές ξεκινούν πολύ χαριτωμένα και ευρηματικά, με τους δυο τους παγιδευμένους στις στενόχωρες τουαλέτες ενός κινέζικου εστιατορίου: ο Τζουντ έχει μόλις κάνει την ανάγκη του, η Μίνα περιμένει τη σειρά της, δυσάρεστες οσμές έχουν κυριεύσει τον ανεπαρκή χώρο, η πόρτα εξόδου έχει σκαλώσει, το τηλέφωνο μια δεν πιάνει, μια πιάνει, αλλά ο ιδιοκτήτης δεν ακούει, και στον επόμενο τόνο, μετά την αμήχανη γνωριμία, οι δυο τους κάνουν έρωτα, η Μίνα μένει στη Νέα Υόρκη έπειτα από μια επαγγελματική μετάθεση, μένει έγκυος, παντρεύεται τον Τζουντ και πολύ σύντομα αρχίζουν τα προβλήματα που συνδέονται με μια ανεξήγητη φοβία. Βλέπετε, η Μίνα είναι χορτοφάγος και παθαίνει, προφανώς από έναν συνδυασμό ορμονικών διαταραχών και ψυχολογικών εμμονών, έντονη ανησυχία για την υγεία του παιδιού που πρόκειται να αποκτήσει. Όταν γεννήσει με το καλό, δηλαδή με τα χίλια ζόρια, με καισαρική και αναισθησία παρά τη θέλησή της, παρανοεί τελείως. Τρέμει τα μικρόβια και υποσιτίζει συστηματικά το σ' εμάς αγνώστου ονόματος παιδί της, το οποίο κινδυνεύει άμεσα, αν δεν λάβει τις κατάλληλες πρωτεΐνες. Από κει και πέρα, η ταινία δεν παίρνει χιτσκοκικές αλλά άτσαλες θριλερικές διαστάσεις, χάνοντας το point της, την ίδια στιγμή που η φωτογραφία του Φάμπιο Τσιανκέτι καταφεύγει σε υπερπολανσκικούς τροπισμούς και η σκιαχτική μουσική του Νικόλα Πιοβάνι τονίζει εμφατικά την αυξανόμενη και, ειλικρινά, ενοχλητική για τους λάθος λόγους ερμηνεία της Ρορβάχερ. Ενώ ο Ντράιβερ κρατάει τη λογική στάση του άνδρα που μένει άναυδος με την εξέλιξη της επιλογής του (ήταν πολύ γλυκός όταν της τραγούδησε ως πρόταση γάμου), όταν δεν χάνει την ψυχραιμία του με όσα συμβαίνουν. Οι Πεινασμένες Καρδιές δεν βγάζουν νόημα ως προς τις προθέσεις και την υλοποίησή τους: ένα μοντέρνο αστικό δράμα για τη δυσκολία της σχέσης ενός ζευγαριού που έχει την έλξη, αλλά χάνει την επαφή, γίνεται αναπάντεχα και απρόκλητα μια παρατεταμένη παραλλαγή του Μωρού της Ρόζμαρι, με λοξά πλάνα και ηρωίδα την πνευματική κόρη της Ιζαμπέλ Ατζανί από το Μια γυναίκα δαιμονισμένη του Ζουλάφσκι.