Χωρίς να εγκαταλείψει τη φόρμουλα του πρωτότυπου Ντάμπο, του κινουμένου σχεδίου του 1941, η Disney χτυπάει διάνα με τη διασκευή και ανάπτυξη από τον Τιμ Μπέρτον, στην καλύτερή του στιγμή εδώ και χρόνια.

 

Το ελεφαντάκι παραμένει αξιαγάπητο και στην ψηφιακή του αναπαράσταση ‒ διατηρεί τα τεράστια αυτιά και τα παρατηρητικά, γαλάζια μάτια του. Αποκομμένο από νωρίς από τη μητέρα του, την κ. Τζάμπο, βρίσκεται ορφανό στο τσίρκο του Μαξ Μέντιτσι, αλλά όχι παραμελημένο, αφού το προσέχουν τα δύο, επίσης ορφανά από μητέρα, παιδιά του βετεράνου του πολέμου και παλιού ιππέα της επιχείρησης, του Χολτ Φάριερ, ο οποίος επιστρέφει με ένα χέρι και πεσμένα τα φτερά.

 

Ο Μπέρτον τολμά να χρίσει πρωταγωνιστή-κακό έναν χαρακτήρα που μοιάζει πολύ με τον Γουόλτ Ντίσνεϊ: ο Βαντεβίρ του Μάικλ Κίτον παρουσιάζεται ως αδίστακτος και δίγλωσσος, ένας showman της επικοινωνίας που δρα ως καρχαρίας και καταπίνει ότι βρεθεί στο διάβα του για να πλάσει μια αξεπέραστη ουτοπία και να αφήσει εποχή.

 

Το τσίρκο τα φέρνει δύσκολα βόλτα, αλλά μόλις εξαπλώνεται η φήμη πως ο Ντάμπο, με το που φτερνιστεί, μυρίζοντας ένα φτερό, πετάει κανονικά, ο προβληματικός κ. Βαντεβίρ, μαζί με την προστατευόμενή του, την ισορροπίστρια Κολέτ Μαρσάν (φυσικά, απλή συνωνυμία με την υποψήφια για Όσκαρ μπαλαρίνα και ηθοποιό του Μουλέν Ρουζ του Τζον Χιούστον), εξαγοράζει δολίως το μαγαζάκι του Μέντιτσι στο ονειρεμένο του πάρκο, την Dreamland, εντάσσοντας τον θίασο στο δυναμικό του. Αιχμή του δόρατος του πολυθεματικού, τεχνολογικά προηγμένου για το 1919, οπότε εκτυλίσσεται η υπόθεση, λούνα παρκ είναι ο μικρός ελέφαντας, μέχρι που η ατραξιόν του δεν είναι τόσο πειθήνια, για πολλούς λόγους.

 

Ο Μπέρτον τολμά να χρίσει πρωταγωνιστή-κακό έναν χαρακτήρα που μοιάζει πολύ με τον Γουόλτ Ντίσνεϊ: ο Βαντεβίρ του Μάικλ Κίτον παρουσιάζεται ως αδίστακτος και δίγλωσσος, ένας showman της επικοινωνίας που δρα ως καρχαρίας και καταπίνει ότι βρεθεί στο διάβα του για να πλάσει μια αξεπέραστη ουτοπία και να αφήσει εποχή. Πολύ έξυπνα, ο Αμερικανός δημιουργός των παραμυθιών with a twist διατηρεί τις υγιείς αποστάσεις από το κακό και προεκτείνει τη γνωστή και αγαπητή ιστορία του Ντάμπο πέρα από το μικρό κέλυφος της πρώτης ταινίας.

 

Με οικολογικό περιεχόμενο και μεγάλη καρδιά, εικαστικά συμπαγές και τεχνικά θεαματικό, το φιλμ του είναι ένα αφοπλιστικό μελόδραμα και ταυτόχρονα δράμα σχέσεων, όπου όλοι οι ηθοποιοί δένουν αρμονικά, σαν να είναι μέλη του θιάσου Μέντιτσι εδώ και πολλά χρόνια ‒ και είναι η ολοκλήρωση της ιδιόμορφης τριλογίας ανάμεσα στον Μάικλ Κίτον και τον Ντάνι ντε Βίτο σε ταινίες του Μπέρτον, μετά τον δεύτερο Batman και το Big Fish, Απίθανες Ιστορίες, με τον Ντε Βίτο, παραδόξως, σε ρόλο καλού.