H Γιούλια, μια νεαρή στο κατώφλι της ενηλικίωσης, περνά τις καλοκαιρινές της διακοπές με τους γονείς της στο νησί όπου μένουν. Οι γονείς της τής κάνουν διαρκώς παρατηρήσεις, της λένε να φορέσει κάτι και να μην κυκλοφορεί γυμνή, ενώ φορά το ολόσωμο μαγιό της, σαν να φταίει εκείνη που το σώμα της είναι πια περισσότερο το σώμα γυναίκας παρά παιδιού ή, ακόμα χειρότερα, σαν να έπρεπε να απολογηθεί γι’ αυτό.

 

Ο ερχομός του Χαβιέ, ενός πάμπλουτου επιχειρηματία και παλιού φίλου του πατέρα της, θα κλονίσει ακόμα περισσότερο τις ήδη ταραγμένες ισορροπίες μεταξύ τους, θα ανάψει παλιές φωτιές και θα πυροδοτήσει αντιδράσεις στη νεαρή ηρωίδα.

 

Με ένα προσεγμένο σενάριο, όπου οι γονείς μεταθέτουν τα δικά τους συναισθήματα στην κόρη τους, μια ηλιόλουστη φωτογραφία που θυμίζει ταινίες όπως το «Plein Soleil» του Ρενέ Κλεμάν, συμβολικές υποβρύχιες σκηνές και μια βραδυφλεγή αφήγηση που εντείνει την αίσθηση μιας ενεργούς ωρολογιακής βόμβας έτοιμης να σκάσει, η Αντονέτα Αλαμάτ Κουσιγιάνοβιτς στήνει ένα ολοένα και πιο ασφυκτικό περιβάλλον γύρω από τη νεαρή ηρωίδα, παρά τους πανέμορφους ανοιχτούς χώρους όπου εκτυλίσσεται η ιστορία, και μας κρατά σε αγωνία σχετικά με το αν η τελευταία θα μπορέσει να ξεγλιστρήσει από αυτό σαν murina – έτσι ονομάζεται στα κροατικά ένα είδος χελιού.

 

Η ταιριαστά άγουρη ερμηνεία της Γκρασίγια Φιλίποβιτς και η αμφίσημη προσέγγιση του χαρακτήρα της μάνας από την Ντανίκα Κούρτσιτς, που πάντα άλλα λέει και άλλα σκέφτεται, συνδράμουν καταλυτικά στην υπόγεια γοητεία της ταινίας της Κουσιγιάνοβιτς, η οποία κλείνει με ένα τελευταίο πλάνο από εκείνα που βοηθούν ανάλογα arthouse εγχειρήματα να διατηρηθούν στη μνήμη. Μια αξιόλογη ιστορία χειραφέτησης.