Κάπου ανάμεσα στον Παλαιστή και τη Φάλαινα, το Smashing Machine, η ιστορία ενός θηριώδους πρωταθλητή των μεικτών πολεμικών τεχνών και ταυτόχρονα η μεταμόρφωση του Ντουέιν Τζόνσον από τον χαμογελαστό «Βράχο» που γνωρίζουμε υπερβολικά καλά σε έναν πολυλογά κατσέρ με επίπεδη μύτη, σγουρά, κοντά κοκκινοκάστανα μαλλιά, λιγότερο βάρος και στιβαρή σωματοδομή, είναι το τμηματικό πορτρέτο του στοχοπροσηλωμένου όσο και προβληματικού μαχητή των ρινγκ Μαρκ Κερ, μια αληθινή ιστορία γυρισμένη με παραδόξως συγκρατημένο στυλ από τον Μπένι Σάφντι, στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα μακριά από τον αδελφό του, Τζος, που έρχεται κι αυτός φέτος στις μεγάλες οθόνες, με το επίσης αθλητικού περιεχομένου Marty Supreme με τον Τίμοθι Σαλαμέ. Αν και μας έχει συνηθίσει σε αγχώδη σκηνοθετική «κατασκοπία» με κοντινά πλάνα και κουνημένη κάμερα μπροστά στα πρόσωπα των Πάτινσον και Σάντλερ στο Good Time και το Uncut Gems αντίστοιχα, εδώ ο Σάφντι παρακολουθεί τον ανίκητο πρωταθλητή στη σοκαριστική πρώτη του ήττα στο τουρνουά του Τόκιο το 1997, ένα απρόσμενο πλήγμα στον ηγετικό ψυχισμό του. Ψύχραιμα και χαμηλόφωνα, ο Κερ του Σάφντι είναι ένας ευγενικός γίγαντας με συμπεριφορά μειλίχια και μια εσωστρέφεια που σταδιακά αποκαλύπτεται: ο Κερ κρύβει τον εθισμό του στα οπιοειδή και στο αλκοόλ, και το κλειδί στο μυστικό που έκρυβε ήταν η σύντροφός του, που υποδύεται η Έμιλι Μπλαντ και δυστυχώς δεν αξιοποιείται εκτεταμένα πέρα από τις χρήσιμες αντιδράσεις της στα σκαμπανεβάσματα του Κερ.
Από τον ρόλο του gay μπράβου με τις καλλιτεχνικές φιλοδοξίες στο Be Cool (ήταν ό,τι καλύτερο σε ένα άχρωμο και περιττό άρμεγμα του Get Shorty) αλλά και με τη συμμετοχή του στο πολύ φιλόδοξο για τα κυβικά του Southland Tales, ο Ντουέιν Τζόνσον ξεκίνησε με βλέψεις για κάτι παραπάνω από τα στοιχειωδώς ανεκτά κοκτέιλ περιπέτειας με κωμωδία που τον έκαναν διάσημο – γνωρίζαμε πως, πέρα από συμπαθέστατη περσόνα, δεν είναι μόνο ένα βουνό από μυς. Δυστυχώς, εγκλωβίστηκε στην επιχείρηση που λέγεται The Rock και με το Smashing Machine επιχειρεί μια έξυπνη στροφή σε έναν ρόλο που προϋποθέτει υποκριτική αλλά δεν απομακρύνεται από την εικόνα του, αφού κολυμπά στα γνώριμα ύδατα της σωματικής σύγκρουσης. Ωστόσο, εξερευνά τις αδυναμίες του χαρακτήρα και θέτει το ερώτημα της φοβερής πίεσης που υφίσταται ένας παντοδύναμος μαχητής και της δυσκολίας να σηκωθεί από τα πατώματα όταν οι νίκες δεν είναι πλέον δεδομένες. Ο ρυθμός του The Smashing Machine παραμένει υπόκωφος και αργός, και ο Σάφντι δεν βρίσκει πάντα τον τρόπο να συνεφέρει κενούς χρόνους και σεκάνς που τρενάρουν χωρίς ανάπτυξη ή ενδιαφέρον. Το μαγνητικό ταλέντο του Τζόνσον κρατά το βλέμμα, και θα θέλαμε να δούμε τον Κερ που υποδύεται σε περισσότερες ανταλλαγές με τη δικαίως παραμελημένη και ως έναν βαθμό θιγμένη Ντον Στέιπλς της Μπλαντ, παρά με τον Μαρκ Κόουλμαν του Ράιαν Μπέιντερ, τον προπονητή, μέντορα και αντίπαλό του στις επόμενες αναμετρήσεις.
Ως πρόεδρος της κριτικής επιτροπής στο Φεστιβάλ Βενετίας, ο Αλεξάντερ Πέιν είχε διαφορετική άποψη και επιβράβευσε τη μάλλον άτολμη σκηνοθεσία του Μπένι Σάφντι έναντι των μάστερ διεκδικητών του τίτλου, Παρκ Τσαν Γουκ και Γιώργου Λάνθιμου – δεν είναι έκπληξη, ιστορικά ο Πέιν προτιμά γραφή που δεν φαίνεται αλλά αναδεικνύει χαρακτήρες.








- Facebook
- Twitter
- E-mail
0