Τελικά, ποιoς έκλεψε την παιδική ηλικία του Τάτζιο από τον Θάνατο στη Βενετία; Ο δακτυλοδειχτούμενος Λουκίνο Βισκόντι, ο οποίος τον πέρασε από κάστινγκ με το που τον αντίκρισε στη Στοκχόλμη, μετά από μια περιοδεία για την ανεύρεση της τέλειας ενσάρκωσης του ουτοπικού έρωτα του ετοιμοθάνατου Άσενμπαχ ή η καταθλιπτική μητέρα του, η οποία εξαφανίστηκε από τη ζωή του, χωρίς προειδοποίηση, αφήνοντας τον στα χέρια της διψασμένης για φήμη γιαγιάς του; Βιάστηκε από την έκθεση στα ούτως ή άλλως ολισθηρά ’70s ή εκμεταλλεύτηκε το hype μιας ταινίας με φορτισμένη ομοερωτική κωδικοποίηση (ας μην ξεχνάμε πως ο συγγραφέας του μυθιστορήματος, Τόμας Μαν, είχε ερωτευθεί παράφορα τον γιο του) για να ξεφύγει από τις προσωπικές του αδυναμίες και τα λάθη του;

 

Ευτυχώς, το ντοκιμαντέρ των Λίντστρομ και Πέτρι για τον Μπγιορν Αντρέσεν δεν επιχειρεί αυτοσχέδιες ψυχαναλύσεις, προτιμώντας να ακολουθήσει αργά τον ούτως ή άλλως βραδυκίνητο 65χρονο αδύνατο άνδρα με τη μακριά γενειάδα και τη λευκή αλογοουρά στη σπαρτιάτικη καθημερινότητα ενός ανθρώπου που έχει εμφανώς καταπέσει, σαν να κουβαλά ένα δυσβάσταχτο στίγμα. Χτυπημένος από αλκοολισμό, κατάθλιψη και την αξεπέραστη ενοχή για την απώλεια του γιου του, ο Αντρέσεν, ακόμη και τώρα μια αξιοπρόσεκτη παρουσία, δεν αποκαλύπτει πολλά για τον εαυτό του στο ντοκιμαντέρ, σαν να πλοηγείται με δυσκολία στη σκόνη του χρόνου ‒ τις πιο ζουμερές λεπτομέρειες για την post-Τάτζιο φάση της ζωής του θα τις μάθετε αν ανατρέξετε σε μια παλιά του συνέντευξη στην «Daily Mail».

 

Ο τίτλος Το πιο όμορφο αγόρι του κόσμου, που λάνσαρε ο Βισκόντι μετά από μια πρεμιέρα, είναι το αγκίστρι για μια μπερδεμένη ζωή χωρίς πλάνο, που ξεκίνησε από μουσικές σπουδές και πέρασε από μια ενδιαφέρουσα περίοδο επιρροής που είχε ο παγερά γοητευτικός Σουηδός στην anime σκηνή της Ιαπωνίας, όπου λατρεύτηκε σαν είδωλο, και σε μια καριέρα που δεν συνέβη ποτέ, και καταλήγει στην πρόσφατη εμφάνισή του στο Midsommar του Άρι Άστερ και στη βαθιά μελαγχολική επιστροφή του στον τόπο του εγκλήματος, στο Λίντο της Βενετίας.