Το γλυκύτατο αυτό animation επιστρατεύει σκίτσο παρμένο από τις σελίδες του Σαμπέ και του Γκοσινί για να αφηγηθεί τη γέννηση της διάσημης δημιουργίας των δύο ανδρών, την εξάπλωση της δημοφιλίας της αλλά και τον τρόπο που αντανακλούσε προσωπικές εμπειρίες τους. O Μικρός Νικόλας έχει μεν κάτι από την αναρχική διάθεση του Αστερίξ, οι δάσκαλοι π.χ. παρουσιάζονται συχνά ως αυταρχικές φιγούρες που παίρνουν ό,τι του αξίζει από τους κατεργάρηδες μαθητές, μα απευθύνεται περισσότερο στο παιδικό κοινό, αντλώντας έμπνευση από τη σχολική καθημερινότητα και μεταφράζοντας τον κόσμο με τη γλώσσα και την αντίληψη ενός μικρού παιδιού. 

 

Μπορείς να φανταστείς μερίδα της κριτικής και του κοινού να αναρωτιέται «σε ποιον απευθύνεται αυτή η ταινία;», ένα κλισέ φιλμικής αποτίμησης που περνά από γενιά σε γενιά, καθώς oι meta απολήξεις του εγχειρήματος και στιγμιότυπα ακατάσχετων δακρυγόνων παρενεργειών, όπως η σπαραχτική απορία του Σαμπέ πώς θα μπορέσει θα ενημερώσει τον Μικρό Νικόλα ότι έφυγε από τη ζωή ο έτερος μπαμπάς του, δεν συνάδουν με το παιδικό θέαμα μέρους της ταινίας. Είναι πολύ μεγάλη συζήτηση, την οποία θα αφήσουμε για το μέλλον. Εν ολίγοις, κανένα πρόβλημα δεν έχουμε με ταινίες ειδικού ενδιαφέροντος, ταινίες που δυσκολεύουν το τμήμα marketing στην προώθησή τους. Η ταινία απευθύνεται πρωτίστως και κυρίως σε ανθρώπους κάθε ηλικίας που μεγαλώνουν ή μεγάλωσαν με τον Μικρό Νικόλα, ξεφεύγει από τα συνήθη τερτίπια ενός biopic και αποδίδει αποτελεσματικά το πνεύμα του έργου των δύο καλλιτεχνών. Σε αυτό το πλαίσιο εξηγείται και η αφήγηση που έχει κάτι από τη σπιρτάδα και την αφέλεια των μικρών παιδιών, μα δεν συνιστά υπόδειγμα συνοχής. Κι όσο για το ερώτημα του τίτλου, σαφής απάντηση προφανώς δεν υπάρχει, κι αν τη γνωρίζετε να μας την πείτε, ωστόσο ο Μικρός Νικόλας αδιαμφισβήτητα συνεισφέρει στην ευτυχία μας.