Μετά από σειρά παραβάσεων, o Mαξ καταδικάζεται σε καταναγκαστικά έργα ως βοηθός νοσηλείας σε γηροκομείο. Ευρισκόμενος απρόθυμα εκεί και βασανιζόμενος από εφιάλτες, σύντομα θα διαπιστώσει ότι κάτι πολύ κακό συμβαίνει τις νύχτες και, μην έχοντας καταναλώσει αρκετό κινηματογραφικό τρόμο στον ελεύθερο χρόνο του, θα αγνοήσει τις πιθανές συνέπειες και θα προσπαθήσει να ξεδιαλύνει το μυστήριο.
Καθώς συμβαίνουν τα παραπάνω, από τις τηλεοράσεις ακούγονται ειδήσεις για χίλιες μύριες συμφορές, πολέμους, πετρελαϊκές κρίσεις, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, όσα μαστίζουν τον πλανήτη εν ολίγοις. Τον δε τρόμο της η ταινία τον αντλεί όχι από τον φόβο του γήρατος αλλά από την ιδέα ότι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας μπορεί να έχουν επιθυμίες. Ναι, το Home του Τζέιμς Ντε Μόνακο παίρνει αυτό το ανέξοδα αύθαδες και αναίτια αλαζονικό «οk, boomer» και το κάνει σημαία, καταλογίζοντας την ευθύνη όλων των δεινών του κόσμου στους baby boomers και υπογράφοντας την καταδίκη τους με μια τραγελαφική τρίτη πράξη.
Δεν είναι τόσο ενοχλητική η παρέλαση κλισέ ως εκείνο το σημείο, άλλωστε ο Τζέιμς Ντε Μόνακο γνωρίζει πώς να ισορροπεί επί της λεπτής γραμμής ανάμεσα στη δυσφορία και στην απόλαυση που νιώθει ένας φαν του είδους. Σίγουρα, θα βοηθούσε τη διόγκωση της έντασης κι ένας πρωταγωνιστής που δεν έχει την εκφραστικότητα της σκωραμίδας – στο The Purge ευτύχησε να έχει τον Ίθαν Χοκ στη διάθεσή του. Ωστόσο, τίποτα δεν θα έσωζε την ταινία από τον οχετό της κορύφωσης, που συνοψίζεται σε μια κάφρικη ρεβάνς των millennials, βγαλμένη από άλλη ταινία. Και, ας είμαστε σοβαροί, αν το καλύτερο που καταφέραμε για τον κόσμο ως γενιά οι millennials είναι ο βίος και η πολιτεία του πρωταγωνιστή και παραγωγού Πιτ Ντέιβιντσον, τότε μας αξίζει μοίρα πολύ χειρότερη από εκείνη των baby boomers της ταινίας.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0