Έτσι κι αλλιώς το χρονικό των βιντεοκλήσεων της Ιρανής κινηματογραφίστριας Σεπιντέ Φαρσί με την Παλαιστίνια φωτορεπόρτερ Φάτμα Χασόνα είχε από μόνο του μια άλλη δυναμική, ως οπτικοακουστική μαρτυρία των εμπειριών μιας γυναίκας στο πλαίσιο μιας γενοκτονίας εν εξελίξει – προς πάσης φύσεως και θέσεως αρνητές, θυμίζουμε ότι έχει χαρακτηριστεί ως τέτοια σε έκθεση των εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ, καθώς κι από δεκάδες άλλους οργανισμούς και επιτροπές, αρμόδιες επί του ζητήματος. Την περασμένη άνοιξη, όμως, μια μέρα μετά την ανακοίνωση της αποδοχής της ταινίας στο πρόγραμμα ACID του Φεστιβάλ των Καννών, η Φάτμα και η οικογένειά της σκοτώθηκαν από (στοχευμένο) βομβαρδισμό στην πολυκατοικία που έμεναν. To τραγικό και εξοργιστικό αυτό γεγονός φέρνει τη διάσταση της τραγικής ειρωνείας στα δρώμενα, ειδικά στις τελευταίες σκηνές όπου, παρά το καθεστώς πείνας και την ελαφριά συστολή του γενναιόδωρου χαμόγελού της, η Φάτμα δηλώνει επανειλημμένα ότι δεν χάνει την ελπίδα της και οι δυο γυναίκες δίνουν ραντεβού στο επερχόμενο (τότε) Φεστιβάλ Καννών.

 

Ακόμα κι εκείνος ο θεατής που θα ήθελε να σταθεί με αυστηρά κινηματογραφικά κριτήρια απέναντι στην ταινία και να υποστηρίξει ότι η οθόνη ενός κινητού δεν είναι το πιο κινηματογραφικό θέαμα στον κόσμο, οφείλει να αναγνωρίσει ότι δεν πρόκειται περί «θεάματος» με την ψυχαγωγική έννοια, ότι οι συνθήκες ήταν τέτοιες που δεν επέτρεπαν άλλο τρόπο επικοινωνίας και δεν σήκωναν κινηματογραφική καλλιγραφία, ότι αυτή η οπτική γλώσσα φέρνει, τελικά, μια αμεσότητα και εντείνει τον προσωπικό χαρακτήρα της μαρτυρίας και, βέβαια, ότι το περιεχόμενο είναι τέτοιο που δεν σηκώνει αμφισβήτηση για την πληρότητα ή την αποτελεσματικότητα του εγχειρήματος. Εκείνη η «σεκάνς» στο τέλος, με ανθρώπους να πασχίζουν να διατηρήσουν μια επίφαση καθημερινότητας ανάμεσα σε συντρίμμια και ρημαγμένα κτίρια που μόνο σε μετα-αποκαλυπτικές κινηματογραφικές φαντασίες έχουμε ξαναδεί, δένει το στομάχι κόμπο και απαντά εμφατικά σε οποιοδήποτε «αλλά» και «γιατί δεν μιλάτε και για το τάδε» τολμήσει να διατυπωθεί.

 

Σαν υστερόγραφο αυτού του κριτικού σημειώματος και δεδομένης της δολοφονίας της Φάτμα, θα θέλαμε να προσθέσουμε ότι, παρά την (πικραμένη) πεποίθησή μας περί του αντιθέτου, ίσως τελικά το σινεμά να μπορεί όντως να αλλάξει όλο τον κόσμο. Αν δεν ήταν έτσι, για ποιον λόγο όσοι δεν επιθυμούν την αλλαγή φτάνουν μέχρι τη δολοφονία;