Αναχωρώντας οριστικά(;) από το σύμπαν της Marvel και την παρέα των Εκδικητών, ο Ρόμπερτ Ντάουνι γίνεται για μία ακόμη φορά απρόθυμος μέντορας ενός νέου αγοριού που έρχεται να μαθητεύσει στο παράξενο βασίλειό του: ο θαυματουργός κτηνίατρος Ντούλιτλ ζει κλεισμένος σε έναν ζωολογικό κήπο εξωτικών ζώων και πτηνών, επτά χρόνια μετά το μοιραίο ναυάγιο της αγαπημένης του Λίλι. Ο Στάμπινγκς, με τη βοήθεια του πιστού παπαγάλου του Ντούλιτλ, της Πόλι, τον οδηγεί στο Μπάκιγχαμ, όταν πρέπει, με βαριά καρδιά, να συνεφέρει τη φαρμακωμένη βασίλισσα, και γι' αυτόν τον λόγο ταξιδεύει σε αχαρτογράφητα μέρη, για να βρει το αντίδοτο, προς μεγάλη απογοήτευση του μισητού συμφοιτητή του από την Ιατρική.

 

Η εκμοντερνισμένη εκδοχή των χαρακτήρων που έπλασε ο Χιου Λόφτινγκ, από τον Έντι Μέρφι είχε προσαρμοστεί στην περσόνα του Αμερικανού ηθοποιού, ενώ ο Ντάουνι επιστρέφει στην εποχή του πρωτότυπου (με τον Ρεξ Χάρισον και τον Άντονι Νιούλι) που είχε βραβευτεί με Όσκαρ για το τραγούδι «Talk to the animals», μια εξοργιστικά αναχρονιστική παρένθεση στην πεντάδα των καλύτερων ταινιών που διεκδικούσαν το Όσκαρ το 1968, πλάι στον Πρωτάρη, το Μάντεψε ποιος θα έρθει για δείπνο, το Μπόνι και Κλάιντ και την Ιστορία ενός εγκλήματος.

 

Δυστυχώς, κληρονόμησε την ελεφάντινη ακαμψία της πανάκριβης παραγωγής που φιλοδοξεί να μαγέψει τα παιδιά και ταυτόχρονα να διατηρήσει μια ρομαντική αφέλεια, συνδυασμένη με το exotica περιπετειώδες ύφος των Πειρατών της Καραϊβικής, μείον τα εφέ και την τρέλα του Ντεπ, που ωστόσο γλιστρά στην γενικευμένη ανία. Αν εξαιρέσουμε μερικές σπιρτόζικες ατάκες και τις απολαυστικές φωνητικές ερμηνείες της πεισματάρας Πόλι (Έμα Τόμσον) και του τίγρη με τα ψυχολογικά προβλήματα (Ρέιφ Φάινς), συνολικά ο Ντούλιτλ είναι βαρύς και άχαρος ‒ και να σκεφτεί κανείς ότι τον υπογράφει ο Στίβεν Γκέιγκαν, σεναριογράφος του Traffic και σκηνοθέτης του Syriana.