Δεν είναι σίγουρο αν η ερμηνεία της Κρίστεν Στιούαρτ στον Ματωμένο Δεσμό, που έκανε διπλή πρεμιέρα στα φεστιβάλ του Σάντανς και του Βερολίνου, όπως πέρσι οι Περασμένες Ζωές, είναι η καλύτερή της (έχει αποσπάσει υποψηφιότητα για Όσκαρ α’ γυναικείου ρόλου για το Σπένσερ, προσκαλώντας μας σε μια άλλη όψη της ψυχής της Νταϊάνα), αλλά στο σκληρό ρομάντσο της Ρόουζ Γκλας τα δίνει όλα, σχεδόν αδιαφορώντας για το μέτρο, τις συνέπειες, ακόμα και την αληθοφάνεια. Συνάδει πλήρως με την ταινία, την ’80s κινηματογραφική αισθητική της αλλά και με τα όρια της αληθοφάνειας που ηθελημένα υπονομεύει.

 

Υποδύεται τη Λου που είναι λεσβία, κλειστή ως άνθρωπος και απογοητευμένη μάνατζερ γυμναστηρίου στο New Mexico, το οποίο μαθαίνουμε αργότερα πως ανήκει στον γκάνγκστερ πατέρα της (στον ρόλο  ο Εντ Χάρις, σπαρταριστός). Στο σιδεράδικο όπου συνήθως αποφεύγει τους ενοχλητικούς, διώχνοντάς τους όπως όπως για να επιστρέψει στη μοναξιά της, διασταυρώνεται με την Τζάκι (Κέιτι Ο’Μπράιαν), μια εντυπωσιακά γραμμωμένη συνομήλική της σε αναζήτηση στοιχειώδους μπάτζετ καθ’ οδόν προς το Λας Βέγκας, όπου ονειρεύεται να λάμψει σε διαγωνισμό bodybuilding. Την ερωτεύεται άμεσα και άνευ ορίων και έχει την όχι και τόσο φαεινή ιδέα να την προμηθεύει με ενέσιμα αναβολικά – από αγάπη…

 

Οι τεταμένες συμπεριφορές χτυπάνε κόκκινο όσο οι άτυχες, μνημειωδώς δυσάρεστες περιστάσεις πυκνώνουν σ’ αυτή την ευδιάκριτη αμερικανική εσχατιά του 1989. Μπλεγμένες σε μια σειρά από φόνους, οι δύο γκέι Θέλμα και Λουίζ βλέπουν τα περιθώρια να στενεύουν, η καθεμιά από τη δική της οπτική. Το παρασκήνιο της κωμόπολης ξεδιπλώνεται σταδιακά. Ο πατέρας της Λου, αφεντικό της περιοχής και μάστερ της οπλοκατοχής και των βρόμικων συναλλαγών, είναι τόσο διαβολικός όσο αμετανόητα κακοποιητικός εξακολουθεί να είναι ο γαμπρός της (Ντέιβ Φράνκο) απέναντι στην αγαπημένη της αδελφή. Κι ενώ η προστατευτική Λου εξαπολύει την απωθημένη σταυροφορία της εναντίον της καταπιεστικής πατριαρχίας, η Κέιτι ενεργεί με ασυνείδητη μανία, εξαιτίας της ακατάσχετης χημείας που την κυριεύει.

 

Η Βρετανή σκηνοθέτις του Saint Maud, του ντεμπούτου της από το 2019 με πρωταγωνίστρια μια νοσοκόμας με θρησκευτικές παραισθήσεις, παντρεύει τη δράση με τη φρίκη σε μια διασκεδαστική, σέξι και αιματοβαμμένη νεονουάρ παραβολή με κόμικ ταμπεραμέντο και μια διάθεση για τύπους χαρακτήρων που εξυπηρετούν την από ένα σημείο κι έπειτα φρενήρη πλοκή, παρά μια σοβαρότερη και στιβαρά γραμμένη υπόθεση χαρακτήρων. Παράλληλα, βλέπουμε τη Στιούαρτ να εγκαταλείπει το προφίλ της διστακτικής όμορφης σε μόνιμο καθεστώς κομψής απόγνωσης και να επιδιώκει σωματικότητα και ρίσκο.