Πάντα με την πολύτιμη συμβολή του Τζον Λάσετερ, η Ντίσνεϊ επεκτείνεται στο σύμπαν της Μάρβελ, μεταφέροντας ένα άγνωστο κόμικ της εταιρείας, το Big Hero 6, ένα αγορίστικο αντίβαρο στο ανείπωτα επιτυχημένο Ψυχρά κι Ανάποδα, που δείχνει να τα έχει όλα: τον ιδιοφυή 14χρονο πρωταγωνιστή Χίρο Χαμάντα, έναν αδελφό, τον Ταντάσι, που σκοτώνεται σε ύποπτο ατύχημα, τεχνολογία που επιτρέπει ρομποτικές λύσεις, μια παρέα από εξίσου έξυπνους και αλληλέγγυους φίλους και, το καλύτερο στοιχείο της ταινίας, έναν μπαλονένιο νοσοκόμο που βοηθάει τον νεαρό να χρησιμοποιήσει το ταλέντο και τις πρώιμες γνώσεις του με δημιουργικότητα και του συμπαρίσταται έμπρακτα όταν ψάχνει τη δόλια αιτία πίσω από τον χαμό του αγαπημένου του αδελφού. Ο Baymax, το λευκό παραφουσκωμένο και άκακο ρομπότ αναπτύσσει μια ιδιαίτερη σχέση με τον Χίρο και γίνεται καταλύτης στη μετατροπή της ομάδας των προικισμένων φοιτητών σε υπερήρωες στην πόλη του Σαν Φρανσόκιο (με τη μεγάλη ασιατική παροικία) ενάντια σε μικρομπότ, σε μια ιστορία εκδίκησης και λύτρωσης. Η δράση της ταινίας είναι η αναμενόμενη: χωρίς να παραδίδεται στη βία των παραδοσιακών Marvel διασκευών, εκτυλίσσεται γοργά μετά από ένα αναγνωριστικό πρώτο ημίωρο χαρακτήρων. Η σκηνογραφία δεν φτάνει στο δημιουργικό ύψος του ρετροφουτουριστικού, streamline modern κόσμου του Meet the Robinsons, ωστόσο προσφέρει ζαλιστικά βολ πλανέ του αρχιτεκτονικά μοναδικού Σαν Φρανσίσκο. Ο Baymax, τον οποίο στη μεταγλωττισμένη εκδοχή υποδύεται ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, δίνει τον κωμικό τόνο και, ευτυχώς, δεν περιορίζεται σε δευτερεύοντα ρόλο, αλλά δίνει ώθηση όποτε οι Υπερέξι χρειάζονται τις σωτήριες παρεμβάσεις του.