Ένας διανομέας σούσι, που λατρεύει τον 2Pac και διαθέτει ακατέργαστη οπερατική φωνή, συναντά μια φημισμένη δασκάλα φωνητικής που του υποδεικνύει με ενθουσιασμό τον δρόμο του λυρικού τραγουδιού, αλλά υπάρχει η οικογένεια και το κοντινό περιβάλλον του που στέκονται εμπόδιο στο όνειρό του και δεν έχουν καμία σχέση με όλα αυτά τα σοβαρά, ούτε θέλουν ν’ ακούσουν κουβέντα για άριες και οτιδήποτε άλλο εκτός από μποξ και ραπ.

 

Το στόρι του Αντουάν, που υποδύεται ο –στην πραγματικότητα ράπερ χαρισματικών φωνητικών δυνατοτήτων και κατά τα άλλα συμπαθέστατο– MB14 (κατά κόσμον Μοχάμεντ Μπελκίρ), είναι μια γαλλική απάντηση στο αμερικανικό Coda, που με τη σειρά του ήταν διασκευή του γαλλικού Οικογένεια Μπελιέ, με μια σαφή δόση στη διάρθρωση του σεναρίου από το 8 Mile και τον Ξεχωριστό Γουίλ Χάντινγκ, στα κομμάτια της μουσικής και του ψυχολογικού mentoring αντίστοιχα.

 

Οι χαρακτήρες και οι καταστάσεις είναι τόσο βαριά και απροκάλυπτα σχηματικές, σαν σύνοψη των κινηματογραφικών του επιρροών και συνισταμένη των πιο χιλιοπειπωμένων κλισέ για τη σύγκρουση της βαθύτερης επιθυμίας ενός ταπεινού και καταπιεσμένου νεαρού και καλλιτέχνη, κόντρα σε έναν κοντόφθαλμο, αναγκαστικά άξεστο περίγυρο, που όμως έχει χρυσή καρδιά και συμπονετική ματιά στο ταλέντο. Το σύνολο της ταινίας που υπογράφει ο Κλοντ Ζιντί ο νεότερος καταρρίπτει κάθε αμφιβολία για τη δύναμη και τη λεπτότητα του Coda – όχι Όσκαρ, αλλά Nobel άξιζε σε σύγκριση με τον Τενόρο!

 

Όσο για το αθάνατο «Nessun Dorma» του Πουτσίνι, το piece de resistance της ταινίας, φέρνει δάκρυα και ρίγη ακόμη κι αν το ακούσεις από ένα κακό ηχείο χιλιόμετρα μακριά σου, χωρίς να έχει ανάγκη συναισθηματικούς εκβιασμούς και προφανείς κλιμακώσεις μοντάζ.