Μια αποστολή στην οποία τη στέλνει ο πατέρας της σημαδεύει την εφηβεία της, καθώς διασχίζει κρυφά τη Βόρεια Αφρική και την Ευρώπη, ξεφεύγοντας από πράκτορες και δολοφόνους, που δίνουν αναφορά γι’ αυτήν σε μια ανελέητη υπάλληλο μυστικών υπηρεσιών. Ενώ πλησιάζει στον στόχο της, η Χάνα έρχεται αντιμέτωπη με πανίσχυρους εχθρούς και βρίσκεται μπροστά σε ραγδαίες αποκαλύψεις για τον ίδιο της τον εαυτό.

Μετά την Περηφάνια και την Προκατάληψη αλλά και την Εξιλέωση στην Αγγλία αλλοτινών εποχών και ευγενικών αμαρτιών, και τον άνεργο Βιρτουόζο της μουσικής στο Λος Άντζελες του σήμερα, ο Τζο Ράιτ επανέρχεται σε φόρμα με ένα πολύ καλοφτιαγμένο, (με επιφυλάξεις) απολαυστικό κατασκοπικό θρίλερ, που τοποθετείται ανάμεσα στο ύφος του Bourne Identity (ασταμάτητο κυνηγητό και μηχανικές σωματικές μονομαχίες) και το θέμα του Leon του Λικ Μπεσόν, καθώς μια ανήλικη εκπαιδεύεται από τον «πατέρα» της για να γίνει δολοφόνος. Άλλα τα κίνητρα στην περίπτωση της Ματίλντα της Νάταλι Πόρτμαν, άλλα εδώ, αφού η Χάνα έχει τροποποιημένο γενετικό κώδικα, πειραγμένο σε ένα εργαστήριο στην Πολωνία ώστε να αποκτήσει πολεμικές αρετές και να μειωθεί ο φόβος. Υπάρχει μια ενδιαφέρουσα παράμετρος που επεξεργάζεται ο Ράιτ: ο θρυμματισμένος ψυχισμός του ντρεσαρισμένου πειραματόζωου καθορίζεται από το ένστικτο και την εκπαίδευσή του, αλλά αιωρείται ανάμεσα στις παραμυθένιες αναφορές που αποτελούν μέρος των αυτοσχέδιων σχολικών μαθημάτων που παραδίδει ο πατέρας σε ένα ερημικό καταφύγιο στο δάσος - μια στρεβλή εντύπωση της ιδεατής αθωότητας στα έκθαμβα μάτια ενός κοριτσιού σε πλήρη σύγχυση. Το ραντεβού που δίνουν είναι σε ένα άγνωστο για τη Χάνα μέρος, κάπου στη Γερμανία, που υποτίθεται πως είναι το σπίτι των αδελφών Γκριμ, ένα μέρος που θυμίζει εγκαταλελειμμένο λούνα παρκ. Στο ενδιάμεσο, η νεαρή δολοφόνος εξασκεί απρόθυμα τις γνώσεις της αλλά βιώνει, εκτός από τη ζαλιστική της γνωριμία με την πρωτόγονη τεχνολογία στο Μαρόκο, την ανθρώπινη επαφή μέσα από τη γνωριμία της με μια οικογένεια από ρετρό χίπις, και ειδικά με το νεαρό κορίτσι τους, που την κάνει να πιστεύει πως είναι μεν freak, αλλά με τον τρόπο που μια έφηβη βρίσκει αλλόκοτη μια συνομήλική της, οσμιζόμενη τις ομοιότητες και τις διαφορές της νεότητας. Τα παραμύθια των Γκριμ βρίσκονται συνέχεια στο μυαλό της, μπερδεύοντας τη νοσηρή, φονική πραγματικότητα με μια εφιαλτική φαντασία,  καθώς η πόλη είναι για εκείνη όσο απειλητικό το δάσος για ένα κανονικό παιδί. Η αντιστροφή αυτή είναι το εύρημα του Ράιτ για μια ταινία που ξεπερνάει τα ιδρωμένα μειονεκτήματά της για τρεις βασικούς λόγους. Ο ένας είναι η δυναμική, πειστικότατη παρουσία της Σάρσε Ρόναν, της νεαρής που ενηλικιώνεται θαυμαστά στον φακό, μετά την Εξιλέωση. Ο δεύτερος είναι το μείγμα βιομηχανικής και ηλεκτρονικής μουσικής επένδυσης των φοβερών Chemical Brothers, που καταφέρνουν να εμβολιάσουν με ηχητική αμφεταμίνη μια ούτως ή άλλως μπιτάτη περιπέτεια. Ο τρίτος είναι η ενέργεια που εμπεριέχεται στα κάδρα του Ράιτ, άλλοτε σε μορφή steadicam μονοπλάνων και άλλοτε σε μεγάλες σεκάνς που ενώνουν τις μνήμες του κυνηγιού στο δάσος της Φινλανδίας, με τις καταδιώξεις στο Μαρόκο, την Ισπανία και τη Γερμανία. Παραφωνίες, η μονόχορδη και μπερδεμένη γύρω από τις προθέσεις του χαρακτήρα της Κέιτ Μπλάνσετ (σε έναν ρόλο που μοιάζει με εκείνον της κακιάς στον Ιντιάνα Τζόουνς, μόνο που εδώ δεν μιλάμε για παρωδία) και κάποια μηχανικά γεμίσματα στην πλοκή.