Με το Δρόμο του Ειρηνικού Πολεμιστή, ο Βίκτορ Σάλβα είναι με σιγουριά ο σκηνοθέτης που αφουγκράζεται καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον την ταραγμένη ψυχή του νέου άνδρα, προσπαθώντας ταυτόχρονα να του προσφέρει λύσεις σωτηρίας. Ουσιαστικά, τρεις είναι οι σκηνοθέτες που ασχολούνται με το πρόωρο αρσενικό angst: ο Γκας Βαν Σαντ με τους μελαγχολικούς περιθωριακούς του, ο Μπράιαν Σίνγκερ με την πάλη ανάμεσα στην αθωότητα και την εγγενή βία και ο Σάλβα, θιασώτης της ενοχικής περιπέτειας της εφηβείας. (Αφήνω σε παρένθεση τον Λάρι Κλαρκ, ο οποίος καταγράφει με τη διαστροφική απόσταση του φωτογράφου-παρατηρητή τις αισθήσεις ως βίτσια.)

Στην καλύτερη ταινία του Σάλβα, το Jeepers Creepers, το αγόρι έβαλε τα δυνατά του αλλά παρασύρθηκε από την παρόρμηση (ή αν θέλετε τις ορμόνες και τον αλτρουισμό του). Περίπου το ίδιο συνέβη και στο ντεμπούτο του, στο συμβολικό, φαντασιακό Powder. Εδώ, ο Σάλβα έχει ένα δευτερεύον καθήκον: να σώσει την ταινία απ’ την ίδια της την πηγή, το μυθιστόρημα του Νταν Μίλμαν, και τα αφόρητα new age μηνύματά του. Ο νεαρός γυμναστής συναντά το μέντορα, τον οποίο υποδύεται με αυτάρεσκα σβολιασμένη φωνή ο Νικ Νόλτε. Οι πεφωτισμένες ρητορείες του γηραιού Σόκρατες εσωκλείουν το ομιχλώδες αμάλγαμα που καθορίζει τη σύγχρονη «αυτοβελτιωτική» φιλοσοφία. Άλλοτε με ενέσεις και άλλοτε με παραινέσεις, τον κοουτσάρει νοητικά σαν τον κομφουκιανίζοντα μίστερ Μιγιάκε στο Καράτε Κιντ και τον τροφοδοτεί, στα σκοτεινά, με ευγενή κεντρίσματα του αδυσώπητου εγώ του

Ο Σάλβα δίνει αιχμή στο μαλθακό θέμα και βάζει το νεαρό απέναντι από το σωσία του, στο δρόμο προς την αθλητική τελειότητα και τη σωματική ακεραιότητά του. Πώς όμως μπορεί να ξεπεράσει τις fortune cookie ατάκες του μύστη και τη μονομανία του αθλητή να μεγιστοποιήσει τις δυνάμεις του και να φτάσει στην κορυφή;