Ο Μάικλ Μάγιερς καταφέρνει να απελευθερωθεί από την παγίδα που του έστησαν η Λόρι Στρόουντ με την κόρη της και την εγγονή της, έτσι το τελετουργικό λουτρό αίματος συνεχίζεται. Τώρα, όμως, όλη η γειτονιά, μαζί με αρκετούς από αυτούς που επέζησαν από τον αιμοδιψή σφαγέα, έχει ξεσηκωθεί εναντίον του.

 

Στο μεταφυσικής αύρας Halloween (1978) του Τζον Κάρπεντερ, ο Μάικλ Μάγιερς είναι ο μπαμπούλας, ένα φάντασμα που στοιχειώνει τη γειτονιά. Γι’ αυτόν τον λόγο η ταινία έδινε περισσότερο την αίσθηση ενός φιλμ φαντασματικού τρόμου, παρά slasher, ενός υποείδους το οποίο γέννησε αν όχι απαραίτητα καλλιτεχνικά ‒καθώς στοιχεία slasher θα βρεις, μεταξύ άλλων, και στο Black Christmas (1974) ή στο Bird with the crystal plumage (1970)‒, τότε σίγουρα εμπορικά, επειδή έδωσε το έναυσμα για τη δημιουργία δεκάδων τέτοιων.

 

Δεν ήμουν φαν του Halloween (2018) του Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν, αφενός γιατί ήταν (μόνο) ένα αγνό slasher, αφετέρου επειδή υποβίβαζε τον Μάικλ Μάγιερς από μπαμπούλα σε κοινό serial killer. Από αυτή την άποψη, το Halloween Κills είναι ένα σκαλοπάτι ανώτερο, (και μόνο) επειδή τον προβιβάζει και πάλι σε μπαμπούλα.

 

Η ταινία ξεκινά ακριβώς από το σημείο που σταμάτησε η προηγούμενη, με τον Μάγιερς να επιβιώνει από την παγίδα που του έστησαν η Λόρι Στρόουντ με την κόρη και την εγγονή της και να εξαπολύει τη δολοφονική του οργή σε βάρος των κατοίκων του Χάντονφιλντ, πιο αδίστακτα και πιο άγρια από ποτέ. Και πάλι για slasher πρόκειται, αν περιμένεις την ατμόσφαιρα και τις ανατριχίλες του Κάρπεντερ θα απογοητευτείς, αλλά τουλάχιστον πρόκειται για ένα καλό, σε σημεία αδυσώπητο slasher, όπου η γνώριμη συνταγή των αντιπαθητικών χαρακτήρων που κατά βάθος θέλουμε να δούμε να σκοτώνονται αντικαθίσταται από εκείνη των χαρακτήρων που συστήνονται πέντε λεπτά πριν φαγωθούν, οπότε δεν μας πειράζει και τόσο πολύ που σκοτώνονται.

 

Ο Γκόρντον Γκριν προσθέτει αυτήν τη φορά ακόμα ένα γνώριμο τέρας του σινεμά τρόμου, τον θυμωμένο όχλο, ο οποίος θα προκαλέσει αθώες, παράπλευρες απώλειες και θα ενδυναμώσει το Κακό, κάτι που επισημαίνεται και διά στόματος Τζέιμι Λι Κέρτις σε ένα λογύδριο που εξηγεί την ταινία και τα θέματα της. Ως πολιτικό σχόλιο το φιλμ είναι απλοϊκό, είναι όμως αποτελεσματικότερο ως παραβολή πάνω στον θάνατο αλά It Follows (2014), με τον Μάγιερς να συμβολίζει εκείνο που αναπόφευκτα θα έρθει σε στιγμή και με τρόπο που δεν το περιμένεις, δίχως οίκτο ή έγνοια για τα όνειρα και τις ανοιχτές υποθέσεις σου. Γι’ αυτό και δεν θα βρεις καμία λογική, κανένα μοτίβο στις μεθόδους του Μάγιερς, πλην της τυχαιότητας και της βαναυσότητας.