Το 1989 ο Ντάνι Ντε Βίτο πήρε την επονομαζόμενη «πάλη των φύλων», στην οποία στηρίχτηκε όλη η screwball παραγωγή του παρελθόντος, την ερμήνευσε κυριολεκτικά και την μεταποίησε σε δηκτική μαύρη κωμωδία. Υπήρξε δημιουργία αγαπητή, παρά το βιτριόλι του, ο Πόλεμος των Ρόουζ, για ένα σεβαστό χρονικό διάστημα εντάχθηκε και στην καθομιλουμένη ως φράση, αναφερόμενη σε ζευγάρια που αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα – «γίνεται ο πόλεμος των Ρόουζ στο σπίτι τους».

 

Mερικές δεκαετίες μετά, ο Τόνι ΜακΝαμάρα, σεναριογράφος του The Favorite και του Poor Things, αντλεί έμπνευση τόσο από την ταινία του Ντε Βίτο, όσο κι από το ομώνυμο βιβλίο, για να καταδείξει «τα όσα άσχημα κάνουμε στον σύντροφό μας όσο είμαστε παντρεμένοι», σύμφωνα με δηλώσεις του, εστιάζοντας δηλαδή στις συγκρούσεις και στις ματαιώσεις κατά τη διάρκεια της σχέσης και όχι σε εκείνες της επώδυνης διαδικασίας ενός διαζυγίου κατ’ αντιδικία. Έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς έχουν αλλάξει τα πρωταγωνιστικά πρότυπα στο διάστημα που μεσολάβησε. Τότε πρωταγωνιστούσαν οι Κάθλιν Τέρνερ και ο Μάικλ Ντάγκλας, η ξανθιά καλλονή με την υπερσεξουαλική παρουσία, την no bullshit mentalite και τη βαριά φωνή και ο ευκατάστατος γιάπης, με το προσεκτικά διαλεγμένο ενδυματολογικό στιλ και την αυτοπεποίθηση από γρανίτη. Τώρα πρωταγωνιστούν η Ολίβια Κόλμαν και ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς. Για να μιλήσουμε με ελευθεροστομία και να επιχειρήσουμε μια εγχώρια αναλογία από τον παλιό εμπορικό κινηματογράφο, μοιάζει, ας πούμε, σαν ο casting director να έδιωξε τη Βουγιουκλάκη και τον Παπαμιχαήλ και να πήρε στη θέση τους τη Στυλιανοπούλου και τον Θόδωρο Κατσαδράμη. Είναι, όμως, δυο ικανότατοι ηθοποιοί, μαγνητικοί χάρη στην αύρα και sτο ταλέντο τους, κι αυτή η average person γοητεία τους θα βοηθήσει τους θεατές να κάνουν ευκολότερα την αναγωγή του κινηματογραφικού δράματος στο προσωπικό τους – τουλάχιστον στη θεωρία.

 

Στην πράξη το τελικό αποτέλεσμα παραπέμπει σε μια δημιουργική «σύγκρουση» μεταξύ σεναριογράφου και σκηνοθέτη ανάλογη των δύο χαρακτήρων. Ο ΜακΝαμάρα έχει γράψει  κωμωδία που προκύπτει από την αμηχανία, ο Τζέι Ρόουτς θέλει να γυρίσει φαρσοκωμωδία. Έτσι, επειδή ο δεύτερος δεν έχει το ανάλογο υλικό, απευθύνεται στους SNL δευτεραγωνιστές του για να ενισχύσουν το φαρσικό στοιχείο, και ο πρώτος βλέπει τη δυσφορία να απαλύνεται, να λειαίνεται για να μην ενοχλήσει. Με έναν ακούσιο, μετακινηματογραφικό τρόπο αυτή η δημιουργική ασυμφωνία βοηθά τον σκοπό της ταινίας, αφενός γιατί ενισχύει τον συγκρουσιακό χαρακτήρα, αφετέρου επειδή ευτυχεί στα σημεία που μοιάζουν προϊόντα αμοιβαίων «υποχωρήσεων» - και το φινάλε της θέλει να λειτουργήσει ως ειρωνικό πλην ειλικρινές κάλεσμα για τέτοιες. Στο μεταξύ οι λάτρεις της αβαρούς κωμωδίας θα πάρουν μερικά χαριτωμένα ευτράπελα, τα ζευγάρια τροφή για σκέψη και δουλειά για το σπίτι και η Ολίβια Κόλμαν, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, θα προσθέσει ακόμα ένα εγχώριο sleeper hit στο βιογραφικό της – έχει εξελιχθεί σε αγαπημένη του ελληνικού κοινού και πολύ χαιρόμαστε γι’ αυτό.