Από την πρώτη σκηνή, όπου μεγαλοστελέχη ενός κόμματος αστειεύονται με την είδηση πως από εδώ και πέρα θα υπάρξει πειθαρχία, τάξη και νομιμότητα στο εσωτερικό του, ο Ισπανός Ροντρίγκο Σορογκόγιεν μας βάζει σε ένα κλίμα, ολίγον χιουμοριστικό, όπου δεν έχει σημασία η ανακάλυψη της ταυτότητας του ενόχου: όλοι είναι, άλλοι λιγότερο, άλλοι περισσότερο.

 

Ο έκπτωτος του τίτλου είναι το δόλωμα για media και λαό, ο κουτός που πιάστηκε στη φάκα σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους οι οποίοι τώρα προσπαθούν να κόψουν την επαφή μαζί του για να γλυτώσουν. Γι' αυτό και όσα βλέπουμε από τη σκοπιά του πρωταγωνιστή θυμίζουν τον πνιγμένο που κάνει μια τελευταία προσπάθεια να σωθεί τραβώντας τους διπλανούς του.

 

Η ταινία χαρακτηρίζεται στη μεγαλύτερη διάρκειά της από ένα γρήγορο μοντάζ, συνοδευόμενο από ένα κλαμπίστικο beat που σε κάνει να νομίζεις ότι είσαι σε πάρτι, αυτό που για το κόμμα έχει τελειώσει άδοξα και όλοι τρέχουν να περισώσουν τα κομμάτια τους. Είναι μια γερή ένεση στο είδος του πολιτικού θρίλερ, καθώς η ίντριγκα που έχει μέσα δεν αποτελεί αυτοσκοπό της ταινίας αλλά έρχεται ως αποτέλεσμα της αφήγησης.

 

Στόχος είναι μια γενικότερη γελοιοποίηση, λίγο ασαφής και συγκεχυμένη όμως από τη στιγμή που παίρνει τον αμοραλισμό ως δεδομένο, δίχως να αναλύσει περισσότερο αυτό το δόγμα.