Σε τρεις εποχές -καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνας- εξελίσσεται το τέλος της σχέσης (έλξης-απώθησης) τού Ίσα και της Μπαχάρ, σε μια εμφανή κλιματολογική αλληγορία που οξύνει τη δυναμική των συναισθηματικών τους διακυμάνσεων.

Επίκεντρο της φωτογραφικής ματιάς του Τσεϊλάν (σκηνοθέτη, σεναριογράφου, πρωταγωνιστή, μοντέρ, παραγωγού) είναι η ψυχική γεωγραφία του άντρα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η γυναικεία έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Αντιθέτως, το πρώτο πορτρέτο στο οποίο εστιάζει είναι το δικό της. Βαθιά οργή, συγκαταβατικά μειδιάματα, άβολη και νευρική σιωπή συνθέτουν τη φιγούρα μιας γυναίκας συγκρατημένης ώς το ξέσπασμα, μπερδεμένης στη θέα ενός προκαθορισμένου τέλους. Από την άλλη, ο άντρας είναι υπεύθυνος στις αντιθέσεις του (ακαδημαϊκός, μέσος αρσενικός). Περιπλανιέται απόμακρος, αναλώνεται θλιμμένος, επιχειρεί επιστροφή με την ελπίδα της συγχώρεσης. Μεταβάλλεται άδοξα, όπως συνηθίζεται.

Αμφότεροι φέρονται ανθρώπινα, και αυτό είναι το ατού της ταινίας: μια ρεαλιστική σκιαγράφηση των σχέσεων και των συμπεριφορών μέσα σ' αυτές. Οικείες προστριβές, πνιχτές εκρήξεις, στιγμές που επιτρέπουν την ταύτιση ανασύρουν μνήμες και μεταθέτουν τον προβληματισμό προς την πλευρά του θεατή. Άλλωστε, είναι πολύ πιθανόν να έχει βρεθεί κι αυτός, κατ' αναλογίαν, σε παρεμφερείς καταστάσεις.

Μπορεί η αργόσυρτη κινηματογράφηση να απαιτεί -αξίζει όμως- προσοχή· μπορεί να απουσιάζει ο διάλογος, τα βλέμματα όμως, οι εποχές και οι ήχοι αρκούν. Η ψηφιακή τεχνολογία δεν αφαιρεί αλλά υπερτονίζει αυτό το εγκεφαλικό παιχνίδι του δημιουργού με τα σώματα, και συντελεί στη σύνθεση μιας ατμόσφαιρας ιδιαίτερα πεσιμιστικής απέναντι στο θέμα σεξουαλική - συναισθηματική σχέση. Στο τέλος μιας σχέσης συνήθως επιστρέφονται κλειδιά, ενίοτε θρυμματίζονται γυαλιά και, πάντοτε, αδειάζουν κάποια συρτάρια. Ένα άδειο συρτάρι έβαλε στο προσκεφάλι του ο πρωταγωνιστής του φιλμ. Κοιμήθηκε κάπως άβολα, ξαπόστασε και ξύπνησε πονώντας, σε μονοπλάνο του Αντονιόνι.