Μουσική ταινία που εντυπωσίασε το κοινό στο φεστιβάλ του Σάντανς και πήρε θερμές κριτικές. Πρόκειται για ένα συνδυασμό δράματος, ρομάντσου και μιούζικαλ, όχι από αυτά που μεταδίδουν ακραίες συγκινήσεις κάθε στιγμή που οι πρωταγωνιστές ξεχύνονται στο δρόμο τραγουδώντας, αλλά ένα προσεκτικό πορτρέτο δύο ανθρώπων που συναντιούνται κάτω από την ομπρέλα της αγάπης τους για τη μουσική και της ελπίδας τους πως κάποια στιγμή θα εισακουστούν (και για τις μουσικές τους ανησυχίες αλλά και για τον αισθηματικό κόσμο που κρύβουν μέσα τους).

Η συνεύρεση ανάμεσα σε έναν 35άρη συνθέτη, κιθαρίστα και τραγουδιστή και μια Τσέχα μετανάστρια που συντηρεί τη μάνα και το παιδί της, γίνεται μέσα σε ένα στούντιο του Δουβλίνου. Μοιράζονται ένα ντέμο, τη δημιουργία και την κατανόηση. Είναι επιφυλακτικοί και σταματημένοι πριν από αυτό. Το γκλάμορ τους είναι η έκφραση, επιτέλους, του μουσικού τους ταλέντου, χαμηλόφωνα και χωρίς εξάρσεις. Το αντίθετο θα ήταν γελοίο, άλλωστε, δεδομένων των περιστάσεων. Το είδος της μουσικής και η ανέχεια επιβάλλουν μια ταπεινή προσέγγιση και ο σκηνοθέτης σέβεται την προλεταριακή σύμβαση, την επιβραβεύει και τη γιορτάζει, με έναν τρόπο που θα έκανε περήφανο τον Κεν Λόουτς. Σε πολλά σημεία, η ταινία είναι δραματικά μονότονη και μουσικά επαναλαμβανόμενη, αλλά η συνέπεια και η πίστη της κερδίζουν στο σύνολο και δημιουργούν μια αξιοπρόσεκτη εναλλακτική υποσημείωση σε ένα είδος που πάντα θεωρούμε κορεσμένο, αλλά συχνότατα μας εκπλήσσει με τις παραλλαγές του (το μιούζικαλ εννοώ).