Έχουμε ξαναπεί πόσες και πόσο απίστευτες ιστορίες έχουν γίνει αντικείμενα της λογοτεχνίας ή του κινηματογράφου, με θέμα το Ολοκαύτωμα. Το υλικό φαίνεται να είναι ανεξάντλητο. Όσο ανεβαίνει η δυσπιστία των σκεπτικιστών για το κατά πόσον όλα αυτά τα περιστατικά αγγίζουν τα όρια του μύθου ή της υπερβολής (πολλοί είναι εκείνοι που μιλάνε για προπαγάνδα και αμφισβητούν την ορθότητα των αριθμών ή των στοιχείων) τόσο τα βιβλία που γράφονται και διασκευάζονται αποκαλύπτουν μια κριτική και πολύπλοκη ματιά γύρω από τις ιστορίες που άντεξαν στο χρόνο, εμπλουτίζοντας τη φιλολογία με ανατριχιαστικές ή συνταρακτικές λεπτομέρειες.

Η συγκεκριμένη φωνή ανήκει στον Άντολφ Μπούργκερ, ο οποίος επέζησε των στρατοπέδων του θανάτου, ενώ η γυναίκα του δολοφονήθηκε στο Άουσβιτς. Το χρονικό της στρατολόγησής του από τους Ναζί με σκοπό την παραχάραξη χαρτονομισμάτων αναγκάστηκε να το επανεκδώσει, ύστερα από δηλώσεις δεξιών πολιτικών στη δεκαετία του ‘80 ότι το Ολοκαύτωμα δεν υπήρξε ποτέ. Το 1936, οι Ναζί εκπόνησαν ένα σχέδιο που προέβλεπε τη δημιουργία κάλπικων νομισμάτων με στόχο την ανατροπή της οικονομίας των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας. Πλαστές στερλίνες και δολάρια θα δημιουργούσαν πληθωρισμό και θα θόλωναν τα σχέδια των συμμάχων για την υλοποίηση της προδιαγραφόμενης σθεναρής αντίστασής τους. Το ρεπορτάζ (του περιοδικού «Στερν» από το 1959) λέει πως τα σεντούκια με τις πλαστές λίρες βρέθηκαν στον πάτο της λίμνης Τόπλιτς, μετά από επιχείρηση των αυστριακών ενόπλων δυνάμεων, και αφού είχαν απαγορευθεί οι καταδύσεις πολιτών, μετά από τον τραγικό πνιγμό ενός από αυτούς. Μαζί με τα 9 σεντούκια, βρέθηκε πολεμικό υλικό των SS, αρχεία, ως και ρουκέτες.

Ο πρωταγωνιστής της ταινίας δεν είναι ο Μπούργκερ αλλά ο καλλιτέχνης πλαστογράφος ρωσοεβραϊκής καταγωγήςΣάλομον Σμολιάνοφ, ένα μεγάλο ταλέντο της εποχής του, που οι Ναζί συνέλαβαν, οδήγησαν αρχικά στο στρατόπεδοΜαουτχάουζεν και κατόπιν μετέφεραν στο στρατόπεδο Σαχσενχάουεζεν, μαζί με τον Μπούργκερ και τους άλλους. Οι Παραχαράκτεςξεκινούν με μια εικόνα του Σμολιάνοφ στο Μόντε Κάρλο, ταλαιπωρημένου και «μηδενισμένου» από την εμπειρία του, λίγο μετά την απελευθέρωση των κρατουμένων από τους Ρώσους - γεγονός που αμφισβητεί ανοιχτά ο 90χρονος σήμερα Μπούργκερ, αλλά που ο Ρουσοβίτσκι θεώρησε σωστό να πιθανολογήσει και να περιλάβει στην τελική εκδοχή. Έχει χρήματα να ξοδέψει και χρόνο να διασκεδάσει. Είναι άνθρωπος του κόσμου και της φιληδονίας, αυτό έκανε μέχρι τη σύλληψή του και το φάντασμα ενός προπολεμικού lifestyle τον κυνηγάει ακόμη, σε ένα ενδιαφέρον κόντρα ξεκίνημα, που όμως προμηνύει σε σχήμα πρωθύστερο τα βιώματα που θα κουβαλήσει μέσα στο στρατόπεδο και τον τρόπο που θα κινηθεί αυτός ο μοναχικός λύκος. Είναι ένας αντι-Σίντλερ, με αρπακτικό βλέμμα, απαλλαγμένο από την αλαζονεία της σαλονάτης γοητείας, καθόλου οργανωτικός, σφοδρός με άλλο ύφος, αλλεργικός με τη συμβίωση και τη συνέργεια.

Η ταινία διαθέτει τη δύναμη της ίδιας της πραγματικής ιστορίας, αλλά δεν εξαντλείται στα γεγονότα, γι' αυτό και δεν φιλοδοξεί να καταλάβει τη θέση της δίπλα στις «σπουδαίες» του είδους, επιδιώκοντας μάλλον μια προσωπική ματιά, μια διαφορετική ερμηνεία και έναν τόνο πιο άμεσο και βρόμικο, με κάμερα στο χέρι και γειωμένη, μετρημένη εικόνα. Το σημαντικό σε αυτήν είναι η ιδεολογική έριδα που προκύπτει στους κόλπους των κρατουμένων. Ο εξαναγκασμός τους σε υποχρεωτική εργασία δεν είναι παρεμφερής με των υπόλοιπων Εβραίων. Δεν σκάβουν, δεν υπηρετούν δουλικά, δεν περιμένουν καρτερικά το τέλος. Αποτελούν ενεργό μέρος της περίφημης επιχείρησηςΜπέρναρντ και γνωρίζουν ότι οι δήμιοι τους έχουν απόλυτη ανάγκη - κι εκείνοι, παραμερίζοντας την απέχθειά τους προς όφελος του κέρδους. Έτσι γεννιέται ένας μικρός πόλεμος στην καρδιά της εργατικής παραοργάνωσης. Θα πρέπει να κάνουν πως δεν τρέχει τίποτε και να συνεχίσουν να υπακούνε στις εντολές, μιας και δεν τους παίρνει να αντιδράσουν; Ή θα σαμποτάρουν το σχέδιο και, αν το τίμημα είναι ο θάνατος, τότε ας πεθάνουν, ξέροντας πως χωρίς αυτούς η υλοποίηση θα είναι αδύνατη; Το θέμα δεν είναι εθνικό, δεν πολεμάνε για την πατρίδα που τους ανέθρεψε, αλλά για μοναδική φορά κατά τη διάρκεια του πολέμου, τους δίνεται η ευκαιρία να κάνουν έναν εκβιασμό από θέση υπεροχής και να αμφισβητήσουν τον φυλετικό αφανισμό που τους απειλεί. Καταπληκτικό θέμα για τον προσωπικό κώδικα ηθικής και τις συνέπειές του, μέσα στην ταινία μάλιστα, της οποίας η πλοκή αφορά την ιδεολογική σύγκρουση και το ζήτημα της βασικής επιβίωσης. Ο φυγάς έχει κάνει το καθήκον του χωρίς πολλή ζέση, έχει ξεγελάσει επανειλημμένα τον εχθρό και το θάνατο και έχει αδράξει το αποτέλεσμα της τέχνης του, μιας τέχνης κίβδηλης αλλά αναμφισβήτητης χρησιμότητας. Μέχρι τούδε τη σκαπούλαρε κοροϊδεύοντας το κράτος, μέσα στην παρανομία. Κατά τον πόλεμο, η παρανομία του μετατράπηκε σε κάτι αποδεκτό, ως και ηρωικό.

Ο Σμολιάνοφείναι ένας παράδοξος θύτης των περιστάσεων, που προέρχεται από τα απομεινάρια ενός μάστορα της διαφυγής (escape artist). Αφού γνωρίζει πώς να σχεδιάζει την εξαπάτηση στο χαρτί, την ιχνογραφεί και σε μια ακραία πραγματικότητα. Και στο ρόλο αυτό ο Καρλ Μάρκοβιτς, που γνωρίσαμε από τις περιπέτειες του τηλεσκυλοαστυνόμου Ρεξ, πείθει απόλυτα με το αναβράζον βλέμμα του, το ισορροπιστικό του ταλέντο και την εκρηκτική του ευαισθησία. Σπουδαία ερμηνεία σε μια συναρπαστική, σκοτεινή ταινία.