Πολλά χρόνια μετά το ντεμπούτο του με τους 10 Χειμώνες, ο Βαλέριο Μιέλι επιστρέφει με το θρυμματισμένο χρονικό μιας σχέσης ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που προτιμά να διατηρήσει ανώνυμους, ποντάροντας προφανώς στην οικουμενικότητα της ιστορίας του.

 

Με δεδομένο πως το παρόν, αυτή η φευγαλέα αυταπάτη, δεν ισχύει, οι Αναμνήσεις πηγαινοέρχονται στον χρόνο και ο Μιέλι μοντάρει ωραία, εμφατικά και ασταμάτητα, υπογραμμίζοντας τη ρευστότητα της φύσης του. Στο ειδύλλιο που αποδομεί υπάρχει χιόνι και βία, αναλαμπές και σεξ, κι ένας σφιχτός κόμπος στην καρδιά.

 

Εκείνος είναι αθεράπευτας πεσιμιστής, ο τύπος του μορφωμένου, αβίαστα μποέμ που, σε μια υπέροχη στιγμή σε παραλία με ισχνό φως και τέλειες συνθήκες, έχει την παραδομένη αγαπημένη του στην αγκαλιά του και της προτείνει να διαλύσουν τον δεσμό τους, για να μη φθίνει, όπως όλα στη ζωή. Από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους, σε πάρτι σε ένα σπίτι βαρύ από μνήμες, εκείνη αντιπροτείνει την αθωότητα ως όπλο ελπίδας και προοπτικής κόντρα στην τραυματισμένη παιδική του ηλικία.

 

«Είσαι αισιόδοξη, αλλά όχι ηλίθια» διαπιστώνει αυτός σε μια αναλαμπή αγαλλίασης, προσωρινό φως σε έναν μικρό ωκεανό από άσχημους δαίμονες που τον επισκέπτονται από το παρελθόν, όταν αμφότεροι αντιπαραβάλλουν της αναμνήσεις τους σαν μια εξομολογητική ψυχανάλυση, όπου εκείνος κερδίζει άνετα, και αρκετά στενόχωρα, σε αρνητικούς πόντους.

 

Συγχέοντας έντεχνα την αρχή και το τέλος του έρωτα, παρασύροντας ηθελημένα τον θεατή σ' ένα ταξίδι της ψυχής που αυτοματαιώνεται, η ταινία του Μιέλι συνθέτει μια ακολουθία από βινιέτες-διαπιστώσεις, σαν φλασιές που σκάνε απρόσκλητες στο μυαλό και προλαβαίνουν ή ανακόπτουν το συναίσθημα, και εκθέτει, αντί να βγάζει συμπέρασμα. Στον ρόλο του θλιμμένου σολιψιστή, ο Λούκα Μαρινέλι, που απέσπασε το ανδρικό βραβείο ερμηνείας στο φετινό Φεστιβάλ Βενετίας.