Με το 1917, πρόσφατα είδαμε πώς ένας σκηνοθέτης του διαμετρήματος του Σαμ Μέντες δημιουργεί τέχνη αντλώντας ανθρωπιά και αυθεντικό ηρωισμό μέσα από την ιστορία δύο άγνωστων φαντάρων στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Με αφετηρία έναν αδιαφιλονίκητο, αν και κινηματογραφικά, παραδόξως ανεκμετάλλευτο ήρωα, το Ντε Γκωλ αστοχεί πανηγυρικά στην επίτευξη μιας στοιχειωδώς ενδιαφέρουσας ιστορίας, πόσω μάλλον μιας απόδοσης φιλμικής δικαιοσύνης στα ηρωικά επιτεύγματα του στρατηγού που οργάνωσε την Αντίσταση των Γάλλων εναντίον των Ναζί από το βρετανικό του ορμητήριο. Το επικό δράμα του ειδικευμένου στην εποχή του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου Γκαμπριέλ λε Μπομάν επικεντρώνεται στην ανάληψη του αντάρτικου πατριωτικού καθήκοντος απέναντι στην προδοτική συνθηκολόγηση του στρατάρχη Πεταίν, και δείχνει, με παντελή έλλειψη οξυδέρκειας και περισσή περιγραφικότητα, την επαγγελματική οργανωτικότητα ενός ηγέτη, την ίδια στιγμή που ως άνθρωπος λυπάται διότι αφήνει πίσω την στωική σύζυγο και τα παιδιά- αλλά πόσο δίκιο είχε, όπως έγραψε η Ιστορία. Άψογα σιδερωμένη όπως οι στολές που φορά ο αγέρωχα διεκπεραιωτικός Λαμπέρ Ουιλσόν, αυτή η κορωνίδα ακαδημαϊσμού παρελαύνει σαν διαγώνισμα που φλερτάρει με το άριστα σε πανεπιστημιακές εξετάσεις και συχνά χάνει γκολ σε άδειο τέρμα, όπως στην επιμελέστατη, τόσο άψυχη σκηνή του περίφημου ραδιοφωνικού λόγου ανάτασης και εμψύχωσης του Ντε Γκωλ.