«Δεν είχα ποτέ φίλους σαν αυτούς που είχα όταν ήμουν δώδεκα. Άραγε έχει κανείς;» διαβάζουμε στην οθόνη του Ρίτσαρντ Ντρέιφους στο τέλος του Στάσου πλάι μου, μίας από τις διασημότερες και καλύτερες κινηματογραφικές διασκευές ιστοριών του Στίβεν Κινγκ και εντυπωσιακά συγγενική με την παρούσα ταινία, σε σημείο να ξεχνάς το σίκουελ ποιας βλέπεις. Αυτές, άλλωστε, προκύπτουν και έρχονται συχνά στο μυαλό του θεατή στο τρίωρο που παρακολουθεί τις προσπάθειες του πάλαι ποτέ Losers Club να νικήσει τον δαίμονα της μικρής του πόλης, αλλά κυρίως τους προσωπικούς δαίμονες των μελών του.

 

Το δεύτερο κεφάλαιο του It, επίσης βασισμένο στην πένα του Κινγκ, είναι μεγάλο σε διάρκεια, καθώς χωρά δύο ολοκληρωμένες ιστορίες (φυσικού και μεταφυσικού τρόμου αντίστοιχα) και ένα σύνολο από σκέψεις και ιδέες που προκύπτουν από την ουσιώδη ένωσή τους. Συνεχίζει, είκοσι επτά χρόνια μετά την πρώτη εμφάνιση του Pennywise, και ξαναφέρνει τους ήρωες στο Ντέρι έπειτα από κλήση του μοναδικού από αυτούς που συνέχιζε να ζει εκεί, του Μάικ, που έχει ξοδέψει τη ζωή του σε ένα εμμονικό κυνήγι του φόβου που συγκλόνισε τα παιδικά του χρόνια.

 

Ο βιρτουόζος σκηνοθέτης Άντι Μουσκιέτι, γνωρίζοντας πως δεν μπορεί να βγάλει τόση διάρκεια βασιζόμενος μόνο στα jump scares που χρησιμοποίησε κατά κόρον στο πρώτο φιλμ, επενδύει πολύ στο χρονικό κενό. Εξετάζοντας τους χαρακτήρες του ξεχωριστά, τους ξαναβάζει στο τοπίο των παιδικών τους εφιαλτών, προσθέτοντας σε αυτούς το δυσβάστακτο για τους περισσότερους φορτίο που τους κληροδότησε η ίδια τους η ζωή.

 

Η αναμέτρηση με τις πολλαπλές, αηδιαστικές ή μη, εκδοχές του Pennywise, πριν ξεκινήσει να παρουσιάζεται στην οθόνη, παραλληλίζεται με μια μάχη του καθενός με όσα αντιμετώπισε μεγαλώνοντας, ένα αόρατο σύννεφο από ενοχές, φοβίες, απορρίψεις και συμπλέγματα που διακόπτεται από μικρές εκλάμψεις προσωπικής γαλήνης ως κομμάτια παζλ που, όταν συμπληρωθεί, θα αποκαλύψει το θυμικό που, έστω και αργά, θα ξυπνήσει τις ψυχές τους.

 

Έτσι, η υπαρκτή απειλή του Αυτού, συνδεδεμένη με προϊστορικούς μύθους που φτάνουν ως τους ιθαγενείς Αμερικανούς, δεν λειτουργεί μόνο αμιγώς ψυχαγωγικά (κάτι που επίσης επιτυγχάνεται, για ένα franchise που αποτελεί κομμάτι της σύγχρονης ποπ κουλτούρας) αλλά και ως μια ολοκληρωμένη απεικόνιση του τέρατος που ονομάζεται Ζωή, σε μία από τις πιο συναισθηματικά φορτισμένες και απαισιόδοξες (παρά τη μερική λύτρωση του φινάλε) ταινίες τρόμου που έχουμε δει ποτέ από μεγάλο στούντιο.