Η κάμερα παρακολουθεί την εμμονή ενός νέου άνδρα με μια όμορφη γυναίκα που είναι, ή δεν είναι, η Σύλβια που ψάχνει και για την οποία ξαναγύρισε στο Στρασβούργο. Ο σκηνοθέτης Χοσέ Λουίς Γκουερίν πλανάρει με γεωμετρικές συνθέσεις την ομορφιά: η κοπέλα είναι μια οπτασία που αψηφά την ταυτότητα και ο νέος διαθέτει ένα γλυπτό πρόσωπο που παραπέμπει στην εποχή ανάμεσα στους ρομαντικούς και του ρεαλιστές Γάλλους ζωγράφους - ζωγραφίζει κι αυτός στα καφέ της πόλης που αποτελεί έναν θόρυβο σαν υπόκρουση και ξεδιπλώνεται ερήμην των δυο πρωταγωνιστών. Η ταινία, ένα καλόγουστο παιχνίδι βλεμμάτων και περιπλάνησης αλλά απογυμνωμένο από κινηματογραφικό πάθος και γνήσια ερωτική ψυχή, είναι, άμα τη εμφανίσει, ένα σχεδόν μουσειακό αντικείμενο που θα ανασύρεται όποτε θέλουμε να αναφερθούμε στην ηδονοβλεψία και το Στρασβούργο.