Η ταινία ακολουθεί ένα 12χρονο αγόρι, τον Φλόρια (που τον υποδύεται υποδειγματικά ο Aλεξέι Κραβτσένκο). Όταν ξεθάβει ένα χαμένο όπλο, ο Φλόρια κατατάσσεται στο ρωσικό στρατό ανυπομονώντας να ζήσει σαν στρατιώτης. Όμως, η φαντασίωσή του γρήγορα διαλύεται, όταν έρχεται αντιμέτωπος με την πραγματικότητα. Οι συμπολεμιστές του τον αφήνουν πίσω για να τον προστατεύσουν κι απομένει μόνος. Συναντά την Γκλάσα (Όλγα Μιρόνοβα), μια όμορφη έφηβη, που επίσης έχει μείνει μόνη της. Μαζί επιστρέφουν στο χωριό του Φλόρια, όπου ανακαλύπτουν ότι όλοι οι κάτοικοι και η οικογένεια του Φλόρια έχουν σφαγιαστεί. Ο Φλόρια συνεχίζει την περιπλάνηση και ξεκινά μια νέα αποστολή: να βρει τροφή για τους αβοήθητους κατοίκους ενός γειτονικού χωριού. Στο δρόμο του θα βρεθεί στο μέσο μιας σφαγής και θα δει τους Ναζί να στοιβάζουν τους κατοίκους ενός χωριού σε μια αποθήκη και να την πυρπολούν, αφανίζοντας μαζί και την αθωότητα του Φλόρια, που αρχίζει εμφανώς να γερνά. Καθώς βρίσκεται αντιμέτωπος με την απερίγραπτη τραγωδία, τα μαλλιά του ασπρίζουν και ρυτίδες εμφανίζονται στο πρόσωπό του.

Όπως ο Κόπολα ποίησε ποίηση μέσα από τη βαρβαρότητα, ο Μάλικ εφάρμοσε Μότσαρτ στη στιχουργική των τοπίων του, και ο Αϊζενστάιν έμπλεξε το φιλμ στα γρανάζια της προπαγάνδας, έτσι και ο Έλεμ Κλίμοφ περιγράφει το saga της ανεξάντλητης κτηνωδίας των Ναζί μέσα από καταπληκτικές ρεαλιστικές συνθέσεις, χωρίς να σκηνοθετεί μια ανιαρά ρεαλιστική αντιπολεμική ταινία. Οι εικόνες του είναι αξέχαστες, οι αλλαγές στο mood της ταινίας αμέτρητες, και η οδύσσεια του παιδιού στο αφανισμένο τοπίο μια συλλογική μαρτυρία ολόκληρη και μαζί μια ταινία που αποτέλεσε την αιχμή χωρίς συνέχεια της αναγέννησης του ασαφούς, ορμητικού μετασοβιετικού κινηματογράφου της περεστρόικα. Το Ρέκβιεμ για μια Σφαγή, όπως τιτλοφορείται στα γαλλικά, είναι μεγάλη ταινία, εφάμιλλη των καλύτερων του είδους.