Ανθρωπολόγος και υπονομευτής, ο Λουίς Μπουνιουέλ ευτυχώς ανακάλεσε την απόφασή του να αποσυρθεί μετά την Τριστάνα, πεπεισμένος πως είχε αρχίσει να επαναλαμβάνεται, και εμπνεύστηκε από ένα ανέκδοτο του παραγωγού του Σερζ Σιλμπερμάν, ο οποίος είχε ξεχάσει πως είχε καλέσει έξι φίλους του για δείπνο, ώσπου τους είδε πεινασμένους στην πόρτα του σπιτιού του, και έγραψε σε δύο χρόνια, μαζί με τον Ζαν-Κλοντ Καριέρ, την αριστουργηματική σουρεαλιστική κωμωδία του, την απολαυστική, βραβευμένη με Όσκαρ Διακριτική γοητεία της μπουρζουαζίας με αφορμή το δείπνο και θέμα... την επανάληψη!

 

Ο θίασος των σοφιστικέ αστών που απλώς θέλουν να φάνε και να πιουν, αλλά γκρινιάζουν για τη φτωχή ποιότητα του χαβιαριού ή τις χαμηλές τιμές, διακόπτεται από πολλά ακραία, εντελώς απροσδόκητα, συχνότατα γελοία περιστατικά και δίνει την ευκαιρία στον Ισπανό μαέστρο, που εδώ διανύει την κοσμοπολίτικη, γαλλική περίοδό του με τους γνωστούς ηθοποιούς, την παγκόσμια αναγνώριση και την εμπορική επιτυχία, να σατιρίσει, βαθιά και πολιτικά, την περί όνου σκιάς τυρβάζουσα, σταθερά αδιάφορη άρχουσα τάξη, γλιστρώντας με γρήγορο μοντάζ και δεξιοτεχνία ανάμεσα στην κωμωδία τρόπων, τη φάρσα κρεβατοκάμαρας, το γοτθικό μελόδραμα και, φυσικά, τη θρησκευτική αλληγορία, χωρίς να δίνει ιδιαίτερη σημασία στα είδη.

 

Η απόσταση που παίρνουν οι μπλαζέ πλούσιοι από οτιδήποτε αληθινό παραπέμπει στην καρδιά του σουρεαλιστικού του πνεύματος: οι πράξεις τους είναι υπαγορευμένες, σαν να πρωταγωνιστούν σε θεατρικό έργο, και η επιθυμία τους να χορτάσουν καταντά ένας σισύφειος εφιάλτης, ο δρόμος στο πουθενά.