Τα πρώτα Γενέθλια Θανάτου πορεύτηκαν με ιδέα δανεική από τη Μέρα της Μαρμότας και προσαρμοσμένη στο είδος του teen horror, με ξεκάθαρες κωμικές διαθέσεις όμως.

 

Αφού, λοιπόν, ο χαρακτήρας της Τζέσικα Ροθ έγινε καλύτερος άνθρωπος, όπως ο αντίστοιχος του Μπιλ Μάρεϊ, η αναπόφευκτη συνέχεια (αυτή που θα είχε και η Μαρμότα, αν γυριζόταν σήμερα) μπλέκει σε διαφορετικά μονοπάτια.

 

Πρωτίστως ψευδοεπιστημονικά, με κάτι σαν μια μηχανή του χρόνου, στην οποία τελικά οφειλόταν το gimmick που αργότερα θα προσφέρει ωκεανό αφηγηματικών λύσεων, αφού στους ήρωες μπορεί να συμβούν, κυριολεκτικά, τα πάντα.

 

Ο Κρίστοφερ Λάντον, σκηνοθέτης και των δύο ταινιών και βετεράνος του σύμπαντος Paranormal Activity, αρχίζει να μαζεύει επιμελώς αυτό το άνοιγμα και το περιορίζει σε μια σειρά διλημμάτων για το πώς θα θέλαμε τη ζωή μας και αν θα θυσιάζαμε ένα αγαπημένο πρόσωπο για ένα άλλο, στην πορεία όμως θυμάται πως η πρώτη ταινία άρεσε στον κόσμο γιατί είχε την πλάκα της και, έστω αργά, ξαναδίνει έναν κωμικό ρυθμό που κάνει όλη αυτήν τη λούπα πιο ευχάριστη.