Το βαρύ γαλλο-πολωνικό δράμα της Αν Φοντέν βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, όπως τα κατέγραψε μια νοσοκόμα του Ερυθρού Σταυρού, η Γαλλίδα Ματίλντ Μπολιέ, στο ημερολόγιό της που δημοσιοποιήθηκε χρόνια αργότερα από τον ανιψιό της. Το 1945 Σοβιετικοί στρατιώτες εισέβαλαν σε μοναστήρι στην Πολωνία και βίαζαν επί δύο μέρες τις νεαρές μοναχές, «προκαλώντας» ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες και ταυτόχρονα ανεπούλωτο πρόβλημα στις άσπιλες πιστές και την κλειστή κοινότητα. Ταυτίζοντας έμμεσα την ευρύτερη έννοια της απελευθέρωσης με την πεποίθηση πως τα τραύματα είναι ποικίλα, βαθιά και σε πολλές περιπτώσεις αξεπέραστα, η Φοντέν πετυχαίνει να στήσει εικαστικά ένα σύννεφο μελαγχολίας και ζόφου, αλλά, σε μια κόντρα προφανή και προβλέψιμη, αδυνατεί να ξεπεράσει μια επαναλαμβανόμενη αίσθηση τιμωρίας και λύτρωσης, τοποθετώντας στο επίκεντρο την ηθική μονομαχία μιας πανέμορφης «αγίας» (η ηρωίδα/νοσοκόμα που αποδεικνύεται πιο χριστιανή από τους υπόλοιπους, και μάλιστα με κομμουνιστικό υπόβαθρο και Εβραίο συμπαραστάτη) με μια κακιοτάτη Ηγουμένη, που εφαρμόζει την πολιτική της οργανωμένης θρησκείας με τη δολιότητα ενός θηλυκού Ρασπούτιν.