Ροζάριο είναι το όνομα της κεντρικής ηρωίδας αλλά και η ονομασία εκείνου του αποτελούμενου από χάντρες εργαλείου προσευχής των Καθολικών. Έτσι, ο τίτλος υποδεικνύει ταυτόχρονα το κεντρικό πρόσωπο της αφήγησης αλλά και το υποείδος τρόμου στο οποίο ανήκει η ταινία. Κι αυτό είναι το μοναδικό διφορούμενο στοιχείο μιας δημιουργίας που θέλει Λατίνα χρηματίστρια να πληροφορείται τον θάνατο της γιαγιάς της και να προσέρχεται στο διαμέρισμά της. Μια θύελλα και συνεχείς διακοπές ρεύματος την αναγκάζουν να περάσει τη νύχτα στο διαμέρισμα της γιαγιάς, παρέα με το πτώμα αλλά και με μια δαιμονική ύπαρξη που σουλατσάρει στους διαδρόμους, επειδή η μακαρίτισσα εξασκούσε το Πάλο, ένα αμάλγαμα καθολικισμού και μαγγανείας. 

 

Αυστηρά πρώτου επιπέδου και οφθαλμοφανώς δεύτερης κατηγορίας, το φιλμ έχει μεν να προτάξει χειροποίητα εφέ αποστροφής –η απειλή είναι καλυμμένη με βρύα, λειχήνες, πάσης φύσεως μύκητες και γεωσκώληκες– και μια σχετικά απρόσμενη σεναριακή ανατροπή, μα οι εν λόγω αρετές δεν αρκούν για την αναπλήρωση των δραματουργικών  πλημμελειών, του υποκριτικού ελλείμματος και της αδυναμίας του πρωτοεμφανιζόμενου Φελίπε Βάργκας να μεταχειριστεί εφευρετικά τα γνώριμα τρικ τρόμου, έστω κι αν κατά διαστήματα διαφαίνεται μια απόπειρα αξιοποίησης του κάδρου, με απειλητικές φιγούρες και αντικείμενα που εμφανίζονται στο βάθος αλλά δεν οδηγούν πάντα σε τετριμμένα jump scares.