Χωρίς να είναι απόλυτα επιτυχημένο, η αλήθεια είναι πως το Μικρό σπίτι στο δάσος επιτίθεται με πρωτοτυπία και πολλαπλή μεταμοντερνιά στο καταφαγωμένο από τις ίδιες του τις σάρκες είδος του τρόμου. Οι πέντε φίλοι που πάνε ανυποψίαστοι στο σαλέ της φρίκης, η τσούλα, ο αθλητής, ο μορφωμένος, ο μαστούρης και η παρθένα είναι τα πρότυπα του αμερικανικού σπλάτερ και ο σεναριογράφος και δημιουργός Τζος Γουέντον, μαζί με τον σκηνοθέτη Ντρου Γκόνταρντ, τα χρησιμοποιούν για δόλωμα, θέλοντας να πάνε παραπέρα. Ο θάνατος καραδοκεί κι εκεί που οι προκάτοχοι του είδους νοιάζονταν με τον πρωτότυπο τρόπο ξεκοιλιάσματος, οι Γουέντον και Γκόνταρντ ψάχνουν μια ανώτερη δύναμη που κινεί τα νήματα, διατηρώντας οικείους κώδικες. Ο θεατής περιμένει να δει τους αναλώσιμους ήρωες να ξεπαστρεύονται με τον χειρότερο σαδιστικό τρόπο, πιστεύοντας πως θα θυσιαστούν λόγω του σαρκικού τους πόθου ή ακόμη και της πρόθεσης για σεξ. Οι προσδοκίες αναποδογυρίζουν, καθώς όλα δείχνουν πως ένα reality show αλά Truman λαμβάνει χώρα ερήμην τους. Αλλά και αυτό μπορεί να είναι μια παραπλανητική πίστα. Οι δημιουργοί της ταινίας επιθυμούν να πατήσουν τα κουμπιά βαθύτερων φόβων, διαστρέφοντας τον τρόμο που έχει επικρατήσει στις ταινίες της τελευταίας 20ετίας και συνδυάζοντάς τους με αρχετυπική φρίκη. Δεν μπορώ να μπω σε περισσότερες λεπτομέρειες, γιατί έτσι θ’ αναγκαστώ να υπερβώ τις σκηνές του τρέιλερ και ν’ αποκαλύψω τι γίνεται στο δεύτερο μέρος της ταινίας, και ειδικότερα στο εξωφρενικό τελευταίο τέταρτο. Παρά το εντυπωσιακό μάζεμα και το πολλαπλό κλείσιμο του ματιού στο τι είναι κινηματογραφικό κλισέ του είδους και τι αναποδογυρίζει την προσδοκία, συνωστίζονται πολλά ετερόκλητα πράγματα και δεν βγαίνει άκρη. Σε αυτές τις ταινίες η αληθοφάνεια είναι σχετική και μπροστά στο fun, ενίοτε περιττή. Ωστόσο, το Μικρό σπίτι στο δάσος χάνει σε συνέπεια μέσα στο δικό της, ιδιότυπο σύστημα, και κερδίζει σε ανατροπές, εκεί που οι περισσότεροι σεναριογράφοι εμφανώς τεμπελιάζουν και αναμασάνε τα ίδια.