Η επιστροφή της Ανιέσκα Χόλαντ στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ Βερολίνου, μετά το βραβευμένο Spoor, με το Mr Jones δεν δικαίωσε την Πολωνή σκηνοθέτιδα με αξιώσεις ανάλογες με τις προθέσεις της ταινίας της.

 

Η σχετικά άγνωστη ιστορία του Γκάρεθ Τζόουνς, του φιλόδοξου, ιδεαλιστή Ουαλού δημοσιογράφου που το 1933 προσπέρασε την αρχική χλεύη, αξιοποίησε τις διασυνδέσεις του με τη βρετανική κυβέρνηση του Λόιντ Τζορτζ και πήρε άδεια για να ταξιδέψει στη Σοβιετική Ένωση με σκοπό να πάρει συνέντευξη από τον Γιόζεφ Στάλιν και να διαπιστώσει εκ του σύνεγγυς από ποια κονδύλια ξοδεύονταν τόσα χρήματα σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο για την παγκόσμια ειρήνη, τεντώνεται και εκτείνεται πέρα από το πλαίσιο του σεναρίου.

 

Η ματιά της ταινίας συχνά αποκτά επικές διαστάσεις και η Χόλαντ ποντάρει στη σοκαριστική έκπληξη ενός αταξίδευτου φιλομαθούς μπροστά στην αποσιωπημένη, τριπλή τραγωδία: τη μεθοδευμένη λιμοκτονία των χωρικών, τη διαφθορά της Μόσχας και τη φαυλότητα του βραβευμένου με Πούλιτζερ ανταποκριτή των «New York Times», Γουόλτερ Ντουράντι (Πίτερ Σάρσγκαρντ), ο οποίος έκρυβε συστηματικά την αλήθεια, φλομώνοντας με παραπλανητικά εξποζέ την αμερικανική κοινή γνώμη πριν από τον πόλεμο. Το θέμα, ευγενές (στο μέτρο που η Χόλαντ είναι δηλωμένη αντισταλινίστρια). Ο χειρισμός, χλιαρός.