Η ταινία εκτυλίσσεται στον αμερικανικό Νότο και έχει ως πρωταγωνιστή έναν φιλόδοξο και ιδιοτελή δημοσιογράφο, ο οποίος με τη βοήθεια του μικρότερου αδελφού του προσπαθεί να αποδείξει την αθωότητα ενός μελλοθάνατου, ελπίζοντας στο βραβείο Πούλιτζερ.

 

Τα πράγματα περιπλέκονται όταν μια γοητευτική γυναίκα που διατηρεί ερωτική αλληλογραφία με τον κατάδικο αναστατώνει τα δύο αδέλφια.

 

Μετά τη χοντροκομμένη, υπερτιμημένη Μονάκριβη, ο Λι Ντάνιελς πηγαίνει και πάλι στα άκρα, αυτήν τη φορά δίνοντας έμφαση στο αποπνικτικό περιβάλλον του Νότου.

 

Το κοντράστ είναι σεναριακό και φωτογραφικό: από τη μια η παστέλ Americana των ’60s με τον Ζακ Έφρον στο σπίτι με το γκαζόν, το τεράστιο αυτοκίνητο και τη Νικόλ Κίντμαν με τα φουσκωμένα μαλλιά και τα κάπρι παντελόνια, και από την άλλη το σέπια σπίτι του Τζον Κιούζακ μέσα στα έλη, ένα μείγμα βρομιάς και θανατερής υγρασίας – πετυχημένη, λοιπόν, η δουλειά του οπερατέρ Ρομπέρτο Σέφερ.

 

Η ίντριγκα συνδυάζει τη σπουδή χαρακτήρων με ένα νουάρ σε ασυνήθιστο πλαίσιο, με σεξ και φόνους ανάγλυφα δοσμένους από τον Ντάνιελς, που αγωνιά να κάνει τη διαφορά.

 

Τον προδίδει και πάλι ο υπερβολικός τονισμός, η απουσία απόχρωσης και οικονομίας: από το γυμνό στήθος του Έφρον μέχρι τους απανωτούς κροκόδειλους, μας υπενθυμίζει φωναχτά τι ακριβώς θέλει να πει και να δείξει, ενώ το δείχνει και το λέει παράλληλα. Ο Ζακ Έφρον προβιβάζεται σε ενήλικους ρόλους και η Νικόλ Κίντμαν παίζει και πάλι με το σώμα της, που ξέρει