Πρόθυμος να πειραματιστεί με κινηματογραφικά είδη, προσαρμόζοντάς τα στο θέμα της εκάστοτε ταινίας του, όπως διαπιστώσαμε και στο Sweat του 2020, ο Μάγκνους βαν Χορν μεταφέρει ελεύθερα, αν και ευδιάκριτα, τη διαβόητη υπόθεση της Ντάγκμαρ Όβερμπι, της μεγαλύτερης serial killer στα χρονικά της Δανίας, η οποία πριν από έναν αιώνα είχε σκοτώσει ίσως και 25 παρατημένα βρέφη, προσποιούμενη πως τα φροντίζει. Τοποθετημένο την ίδια περίοδο, το Κορίτσι με τη βελόνα είναι η ιστορία της Κάρολιν, μιας νέας γυναίκας που δουλεύει ως ράφτρα για να ζήσει, μένει έγκυος από τον εύπορο εργοδότη της, αλλά η μητέρα του τη διώχνει όπως όπως κι εκείνη αναγκάζεται να γεννήσει το παιδί, μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα να το ρίξει. Ο βαριά τραυματισμένος και παραμορφωμένος πλέον σύζυγός της επιστρέφει από τον Μεγάλο Πόλεμο και βρίσκει δουλειά σε τσίρκο, ενώ η Κάρολιν βρίσκει καταφύγιο στην Ντάγκμαρ της ταινίας που περίπου ασκεί παρόμοια πρακτική με την καταδικασμένη σε θάνατο πραγματική ομόλογό της και την υποδύεται με ανατριχιαστική αποφασιστικότητα η σπουδαία Τρίνε Ντίρχολμ, η επονομαζόμενη και Μέριλ Στριπ της Δανίας. Όπως και στη δική μας αντίστοιχη λογοτεχνική παραβολή με τη Φόνισσα, το θέμα είναι το μεγάλο γιατί σε μια τόσο αποτρόπαια πράξη. Οι απαντήσεις δεν διαφέρουν: μια γυναίκα που αντιτίθεται με τον δικό της ανάλγητο τρόπο σε μια αδιέξοδη πατριαρχία. Ο τρόπος που επιλέγει ο Βαν Χορν είναι πολυσχιδής και αποπροσανατολιστικός. Το ασπρόμαυρο Κορίτσι με τη βελόνα, που διαγωνίστηκε για τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες και βρίσκεται στην οσκαρική πεντάδα της διεθνούς ταινίας, διασχίζει horror, noir, δικαστικό και αισθηματικό δράμα με αισθητική ευελιξία και απουσία κέντρου βάρους, αλλάζοντας άρδην το ελεγχόμενο ξεκίνημα σε μια βαριά και προδιαγεγραμμένη διαδρομή. Τεχνικά, το αποτέλεσμα είναι αξιοπρόσεκτο, από τη φωτογραφία και τα κοστούμια ως τα σκηνικά και τη μουσική που βράβευσε η Ευρωπαϊκή Ακαδημία, αλλά το point σκορπίζεται.