Πάνε 17 χρόνια από τότε που ο Γουλβερίν έδειξε για πρώτη φορά τα δόντια του και ακόνισε τις κοφτερές του οπλές στο σινεμά, γεμάτος οργή και μίσος, ως φονικό freak εργαλείο στα χέρια των X-Men, ένα αλλόκοτο και τρομακτικό υβρίδιο με μια καλά κρυμμένη ευαίσθητη πλευρά που δεν συνθηκολόγησε ποτέ με τη φύση, την αποστολή και τη λειτουργία του σε έναν κόσμο ξένων και εχθρών. Οι δύο φορές που πρωταγωνίστησε δεν τον προβίβασαν ουσιαστικά ούτε ανέδειξαν εκφάνσεις του χαρακτήρα του που δεν γνωρίζαμε. Μάλλον πρόφαση για σαματά ήταν, με αμηχανία και μια αίσθηση διεκπεραίωσης. Σε ένα περιβάλλον που έχει εξελιχθεί, και με δεδομένη την απογοήτευση των τελευταίων X-Men, παρά τη γνώριμη σβελτάδα του Μπράιαν Σίνγκερ, το Logan μοιάζει το ιδανικό αντίδοτο για το Legion, το νέο πόνημα περί μεταλλαγμένων της Marvel – ένα ταχύτατο, εξελιγμένο, τεχνοψυχεδελικό θέαμα που συμβαίνει περισσότερο στο μυαλό και προκαλεί ενδιαφέρουσα σύγχυση ανάμεσα στην πραγματικότητα και στη φαντασία.

 

Είναι η πρώτη φορά που ο κόσμος της Marvel δραπετεύει από τη φρενίτιδα και κάνει μια στάση για να αναλογιστεί πού βαδίζει και ποιος είναι ο απώτερος σκοπός των ηρώων του.

 

Η ταινία του Τζέιμς Μάνγκολντ είναι περισσότερο δράμα, μια ελεγεία για έναν γερασμένο ήρωα που σέρνεται χωρίς σκοπό και, κυρίως, δεν έχει καμία διάθεση να επουλώσει τα τραύματά του, επιλέγοντας συστηματικά την εθελούσια ευθανασία παρά την αυτόματη, θαυματουργή αυτοΐαση που επιτρέπει η επίκτητη δύναμή του. Η δράση συμπληρώνει, αλλά δεν καθορίζει το φιλμ που σηματοδοτεί την τελευταία εμφάνιση του Λόγκαν, ο οποίος εδώ οδηγεί ευσυνείδητα, αλλά απαθώς, μια λιμουζίνα για να μαζέψει χρήματα για την ιατρική υποστήριξη του καθηγητή Εξέβιερ. Ο Πάτρικ Στιούαρτ επιστρέφει στον ρόλο του πατριάρχη των X-Men, καταβεβλημένος και παροπλισμένος, κρυμμένος σε μια αποθήκη στη μέση του πουθενά. Πού και πού ανακτά τα λογικά και τις (πλούσιες) αισθήσεις του, αλλά όταν τις χάνει, όλοι γύρω του απειλούνται από τις αυξανόμενες κρίσεις του, καθώς ο τρομερός εγκέφαλός του καταρρέει και ο ίδιος χάνει τον έλεγχο, κινδυνεύοντας να υποκύψει και να σκοτώσει. Ώσπου εμφανίζεται μια απελπισμένη, κυνηγημένη γυναίκα που ζητάει επίμονα βοήθεια από τον Γουλβερίν, τάζοντάς του ένα γενναίο χρηματικό ποσόν για να βοηθήσει το μικρό κορίτσι που τη συνοδεύει. Ο Λόγκαν είναι αρχικά απρόθυμος, αλλά στην πρώτη της μάχη με τους σκοτεινούς της διώκτες η μικρή αποδεικνύει πως είναι φτιαγμένη από την ίδια στόφα: μεταλλαγμένη και θανατηφόρα, προικισμένη με τις ίδιες ειδικές δυνάμεις που χρόνια ταλαιπωρούν τον Λόγκαν, αντιστέκεται στις προσπάθειες μυστικών αστυνομικών να τη συλλάβουν, και μαζί με αυτή την παρέα της, το μέλλον του είδους, τους νέους X-Men, που μάλλον κρύβονται, αν αποδειχτεί πως όσα ισχυρίζεται η γυναίκα είναι αλήθεια και δεν τα έχει βγάλει από το μυαλό της για να προστατέψει το περιζήτητο, ακατέργαστο παιδί/όπλο που προστατεύει.

 

Βλοσυρός, παραιτημένος και ενίοτε οργίλος, ο Λόγκαν/Γουλβερίν έχει συμβιβαστεί με το τέλος και έχει αποδεχτεί αδιαμαρτύρητα τη φθορά. Η σχέση του με τον καθηγητή παρουσιάζει πάντα ενδιαφέρον στο ζόρι του συναισθήματος, σαν ένας διανοούμενος να έχει εξημερώσει ένα άγριο ζώο και να απαιτεί να τον αποκαλεί πατέρα και να του χρωστά ευγνωμοσύνη. Όταν όμως το κορίτσι, επίσης ατίθασο και ακοινώνητο, μπαίνει γρυλίζοντας στην εξίσωση, η σπίθα της συνέχειας τον τριβελίζει και ο Μάνγκολντ, στην καλύτερή του στιγμή (και όχι στο Cop Land, που είχε επαινεθεί υπερβολικά, κυρίως λόγω της θεαματικής, αλλά αμφίβολης «μεταμόρφωσης» του Σιλβέστερ Σταλόνε), παίζει συνεχώς με την αντίστιξη, σαν μια βελτιωμένη, πιο ζουμερή και θεαματική εκδοχή του Leon, χωρίς να χαϊδεύει τον αγιάτρευτο μισανθρωπισμό του Λόγκαν. Είναι η πρώτη φορά που ο κόσμος της Marvel δραπετεύει από τη φρενίτιδα και κάνει μια στάση για να αναλογιστεί πού βαδίζει και ποιος είναι ο απώτερος σκοπός των ηρώων του. Αποδέχεται το τρωτό του ήμισυ, το Logan δείχνει ωριμότητα και δραματική πολυπλοκότητα, έστω κι αν στην πορεία υστερεί, φυσιολογικά, σε νέες εικόνες. Βέβαια, αν οι Marvel-ous το θελήσουν, και νεκρούς ανασταίνουν (αντί spoiler...).