Αληθινή ιστορία: το 1926, στο απόγειο της φήμης της, η Άγκαθα Κρίστι εξαφανίζεται μυστηριωδώς, χωρίς να αφήσει ειδοποίηση ή ίχνος. Αστυνομία και στρατός κινητοποιήθηκαν για τον εντοπισμό της ήδη εθνικής Βρετανίδας συγγραφέως, η οποία τελικά εμφανίστηκε από το πουθενά, επικαλέστηκε αμνησία, συνέχισε τη ζωή και την καριέρα της σαν να μη συνέβη τίποτα και δεν έδωσε περαιτέρω εξηγήσεις για το «χαμένο Σαββατοκύριακο» που στην ουσία κράτησε δέκα ημέρες, μυθοποιώντας αθόρυβα το αίνιγμα.

 

Από κει και πέρα, η φαντασία ερμηνεύει όπως νομίζει το εκούσιο ή όχι διάλειμμα και η ταινία Άγκαθα, Η εξιχνίαση ενός φόνου έχει ως δραματικές λαβές δύο ακόμα πραγματικά γεγονότα, τον επώδυνο χωρισμό της από τον σύζυγό της Άρτσι και την προσωρινή, όπως αποδείχτηκε, παύση από τον συγγραφικό της οίστρο, για να κατασκευάσει ένα στόρι αλά Άγκαθα Κρίστι, με την ίδια ως πρωταγωνίστρια και ερασιτέχνη λαγωνικό, όταν μια ταλαιπωρημένη, πονεμένη γυναίκα την εκλιπαρεί να τη βοηθήσει να βρουν τον πραγματικό ένοχο της βίαιης δολοφονίας της συντρόφου της Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ, ανιψιάς της διάσημης νοσοκόμας με το ίδιο ονοματεπώνυμο.

 

Με το κλασικό της ψευδώνυμο, και χωρίς τα σύγχρονα μέσα αυτόματης ταυτοποίησης, η νέα Άγκαθα απρόθυμα αναλαμβάνει μια υπόθεση σαν κι εκείνες που λεπτομερώς στήνει και λύνει, με ένα καστ καλεσμένων σε ένα σπίτι που μοιάζει πολύ με τους υπόπτους στα μυθιστορήματά της.

 

Η ταινία του Τέρι Λόαν περιορίζεται σε παλιομοδίτικες τηλεοπτικές προδιαγραφές (σεταρισμένα πλάνα, επίπεδη φωτογραφία, μετριότατες ερμηνείες από επαγγελματίες χωρίς ιδιαίτερη έμπνευση) και ποντάρει σε ένα σενάριο που υπολογίζει σχεδόν μαθηματικά τα στοιχεία που συναποτελούν το ογκώδες opus της Κρίστι για να βγάλει έναν μέσον όρο για τους φανατικούς της οπαδούς, που δεν είναι και λίγοι.