«Πρέπει να είσαι τρελός ή μεθυσμένος για να ζεις εδώ» λέει στην αρχή της ταινίας ο πρωταγωνιστής, ένας νεαρός και ήρεμος ανθρωπολόγος που αφιερώνει τα νιάτα του στο να ταυτοποιεί πτώματα, θύματα ενός πολυετούς εμφυλίου στη Γουατεμάλα, για να τα στείλει στους συγγενείς τους.

 

Ο πρωτοεμφανιζόμενος Σεζάρ Ντίαζ φροντίζει, στη λιτή και με αφηγηματική οικονομία φτιαγμένη ταινία του, το «εδώ» της φράσης του να το ντύσει με οικουμενικότητα, αποφεύγοντας την αισθητική της άμεσης καταγγελίας και τη λογική του ντοκιμαντέρ προς ενημέρωση του δυτικού κοινού σχετικά με μια πολύχρονη σφαγή. Η αφήγησή του εντάσσει από νωρίς το προσωπικό στοιχείο, αντιπαραθέτοντας τη στατιστική στα πρόσωπα και την ελπίδα της συνθηκολόγησης στις πληγές που αφήνει πίσω της μια πολιτική ή στρατιωτική πράξη.

 

Το βασικό του επίτευγμα, όμως, είναι η ικανότητά του να κρατήσει τις ισορροπίες σε αυτήν τη ματιά του στην Ιστορία, στις ιστορίες και στην αναπόφευκτη αντίθεση της περιγραφής τους, διατηρώντας παράλληλα μια αποδραματοποιημένη ανθρωποκεντρική ματιά που του χάρισε ένα από τα πιο ουσιαστικά και συνήθως εύστοχα βραβεία του παγκόσμιου φεστιβαλικού κυκλώματος, τη Χρυσή Κάμερα των Καννών, που δίνεται σε πρώτη ταινία σκηνοθέτη απ' όλα τα τμήματα του φεστιβάλ και έχει αναδείξει πραγματικά σπουδαίες φωνές από όλο τον πλανήτη.