Ό,τι ξεκινά από τον Μεσαίωνα τελειώνει με πόνο: ο Μάικλ Μπέι επιμένει με τους Transformers και, απ' ό,τι φαίνεται, δεν προτίθεται να σταματήσει ποτέ, κάνοντας τα πράγματα (και τα σίδερα) ακόμη πιο πολύπλοκα, ενώ ουσιαστικά έχει μόνο μία, απλή ιστορία να μας πει. Στην πέμπτη υπερ-περιπέτεια των «Μετατρεπόμενων», το νήμα ξετυλίγεται από την εποχή του Λάνσελοτ και του μεθύστακα Μέρλιν (ο Στάνλεϊ Τούτσι σε απόπειρα παρωδίας του εμβληματικού παράγοντα του πιο κλασικού αγγλικού μύθου), ο οποίος κρατά το μυστικό της μαγείας του επτασφράγιστο, και μεταφέρεται στο μακρινό σήμερα διαμέσου του γνωστού παλικαριού Κέιντ Γιέγκερ (Μαρκ Γουόλμπεργκ), υπέρμαχου των Autobots, εφευρέτη από το Τέξας, να θυμίσω, φοβερού μηχανικού και ηρωικού σωτήρα που έχει χάσει τη γυναίκα του και μένει μακριά από την κόρη του, επικηρυγμένος από τις Αρχές, καθώς και τη σνομπ καθηγήτρια της Οξφόρδης Βίβιεν Γουέμπλι (Λόρα Χάντοκ), που για τις ανάγκες της ταινίας έχει μεταμορφωθεί σε βρετανική, φλεγματική βερσιόν της χυμώδους Μέγκαν Φοξ, του ένδοξου παρελθόντος, αλλά και του αριστοκράτη Έντμοντ Μπέρτον (Άντονι Χόπκινς), αστρονόμου και ιστορικού που πιστεύει στο carpe diem και περιμένει την κατάλληλη στιγμή που θα δικαιώσει το πλούσιο γενεαλογικό του δέντρο και θα βοηθήσει κι αυτός στη διάσωση της Γης, κόντρα σε μια απατεώνισσα, δολοπλόκο, εξωγήινη θεά, η οποία με τη σειρά της έχει πείσει τον υπέρτατο μαχητή, τον Optimus Prime, να στραφεί εναντίον των φίλων του, μηχανών τε και γήινων, και να ρίξει στη φωτιά τους ούτως ή άλλως ευερέθιστους και πολύ φιλοπόλεμους Decepticons (ουφ!).

 

Η φυσική παρουσία των Ενόπλων Δυνάμεων (ο επίσημος στρατός των ΗΠΑ πρέπει να ενέκρινε το σχέδιο, άρα και τα οχήματα) και η έννοια της οικογένειας ως στάνταρ σημείο αναφοράς του τρέχοντος κινηματογράφου εξ Αμερικής αποτελούν το αγκίστρι αδρεναλίνης και συγκίνησης

 

Όλα αυτά διαρκούν δυόμισι ώρες, χρόνος συνηθισμένος για τον Μάικλ Μπέι για την ανάπτυξη ενός σεναριακού προσχήματος που θα στηρίξει μάχες σε υψηλής πιστότητας εικονικό ντεκόρ και ήχους μεταλλικούς και απόκοσμους σε ένα στιλπνό σύνολο αναμενόμενης αισθητικής. Έχουμε ξανατονίσει την αναμφίβολη ικανότητα του Αμερικανού σκηνοθέτη να φτιάχνει πλούσιες, cool οπτικοακουστικές συνθέσεις και να χορογραφεί ζαλιστικές μεταμορφώσεις σε κλίμακα και ένταση, ενισχυμένες σε 3D και μεικτή (ψηφιακή και πραγματική) σκηνογραφία, χαζευτική στο μάτι. Κι ενώ δεν έχει απολέσει το μηχανικό του ταλέντο, τεντώνει στο έπακρο το παραμύθι της εξωγήινης προέλευσης των Transformers, προσδίδοντας μυθικές ιδιότητες στα παιχνίδια της Hasbro. Η φυσική παρουσία των Ενόπλων Δυνάμεων (ο επίσημος στρατός των ΗΠΑ πρέπει να ενέκρινε το σχέδιο, άρα και τα οχήματα) και η έννοια της οικογένειας ως στάνταρ σημείο αναφοράς του τρέχοντος κινηματογράφου εξ Αμερικής αποτελούν το αγκίστρι αδρεναλίνης και συγκίνησης αντίστοιχα μιας ακόμη παραλλαγής επιστημονικής φαντασίας με ασταμάτητη δράση, που επαναλαμβάνει μοτίβα σε ποικιλία φόντου – και πάλι η Αβάνα, με το ίδιο γκράφιτι του Τσε, φιγουράρει στις σκηνές με τον Τζον Τουρτούρο, όπως και στους Μαχητές των Δρόμων, σαν να δείχνει πως έχει δοθεί γραμμή από το Χόλιγουντ για άνοιγμα των συνόρων. Το όλο εγχείρημα των Transformers θα μπορούσε να συγκριθεί με την εσχατολογία του Ρόλαντ Έμεριχ, αλλά ο Γερμανός δεν παραλείπει να κανιβαλίζει τα ίδια τα θηριώδη δημιουργήματά του (όχι πάντα με πειστικότητα), ενώ ο Μπέι παιανίζει εθνοκεντρικά, παρά το διάσπαρτο χιουμοράκι των ταινιών του. Ευτυχώς, ο σεξισμός του υποχωρεί – πάντα υπακούει στις τάσεις της πολιτικής ορθότητας...