Ιδιοφυής στη σύλληψη και στη συνεχή επινοητικότητα στο τηλεοπτικό σίριαλ κινουμένων σχεδίων του, Family Guy, ο Σεθ Μακφάρλεν δεν λειτουργεί εξίσου συνεκτικά κι εύστοχα στη χαβαλεδιάρικη σάτιρα Ted 2, συνέχεια της αγρίως επιτυχημένης πρώτης περιπέτειας του αρκούδου που ζωντανεύει και βγαίνει με θράσος στον κόσμο ως ενήλικος, και πάντα αρκούδος, και ίσως έχει πρόβλημα να προσαρμόσει την πλάκα του στο σινεμά. Στο δεύτερο μέρος, ο Τεντ προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με τη νέα του σύζυγο, όταν διαπιστώνει πως δεν θεωρείται άτομο αλλά ιδιοκτησία, ως εκ τούτου στερείται των πολιτικών, αστικών και ατομικών του δικαιωμάτων, παύει να είναι νόμιμα παντρεμένος και νιώθει εν πολλοίς σκουπίδι σε μια Αμερική που μοιάζει να κερδίζει πολλές μάχες, αλλά δεν μπορεί να δώσει τα βασικά σε έναν ιδιαίτερο πολίτη. Τη δίκη αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει ο «κεραυνοκολλητός» του, ο Τζόνι (Γουόλμπεργκ), μαζί με μια άπειρη δικηγόρο (Σέιφριντ). Καταρρίπτοντας κάθε έννοια περί πολιτικής ορθότητας, ο Μακφάρλεν, που και πάλι υποδύεται φωνητικά τον αθυρόστομο και εθισμένο στη μαριχουάνα και τα bong αρκούδο, βάζει στο στόχαστρο κυρίως την υποκρισία μέσω των Αφροαμερικανών, επιμένοντας στην τρέχουσα κουλτούρα των ΗΠΑ, προφανώς για εμπορικούς λόγους. Η διάθεσή του να πυροβολεί ελεύθερα, χωρίς να υπολογίζει τους τραυματισμούς και τις επιπτώσεις, είναι αξιέπαινη και όντως, μερικά από τα λεκτικά ή δραματικά χωρατά βγάζουν ένα αυθόρμητο γέλιο, αλλά η ασέβεια μονάχα δεν φτιάχνει ολοκληρωμένη κωμωδία – βασικά, το Ted 2 είναι ένα αναμάσημα με προσχηματικό κορμό και πινελιές από τις εκλεκτικές (μιουζικαλίστικες αναφορές) ή αγοραίες (ναρκωτικά και ομοφοβία) εμμονές του Μακφάρλεν, άλλοτε ένοχα νόστιμες και συχνότερα παγερά αδιάφορες.