Η πτώση του Τζο Μπάιντεν: Πώς η ομάδα του συγκάλυψε την παρακμή του

Η πτώση του Τζο Μπάιντεν: Πώς η ομάδα του συγκάλυψε την παρακμή του Facebook Twitter
Ο Τζο Μπάιντεν / Φωτ: Getty
0

Μια νέα αποκαλυπτική καταγραφή των γεγονότων που οδήγησαν στην κατάρρευση της προεκλογικής καμπάνιας του Τζο Μπάιντεν για τις εκλογές του 2024 φέρνει στο φως το βιβλίο «Original Sin» των Τζέικ Τάπερ και Άλεξ Τόμπσον. 

Μέσα από δεκάδες συνεντεύξεις και μαρτυρίες, οι δύο δημοσιογράφοι περιγράφουν πώς η επιμονή του Αμερικανού προέδρου να διεκδικήσει δεύτερη θητεία, παρά τα σοβαρά σωματικά και νοητικά του προβλήματα, εξελίχθηκε σε μια εσωκομματική κρίση με πολιτικές και ηθικές προεκτάσεις. 

Το ρεπορτάζ φωτίζει για πρώτη φορά λεπτομέρειες για την κατάσταση της υγείας του Μπάιντεν, τον στενό κύκλο των συνεργατών του, τις εσωτερικές πιέσεις στους Δημοκρατικούς και τις καθοριστικές στιγμές που οδήγησαν στην αποχώρησή του από την κούρσα, λίγους μήνες πριν τις εκλογές.

Πίσω από κλειστές πόρτες, υπήρχαν φόβοι ότι ο Μπάιντεν θα χρειαζόταν αναπηρικό αμαξίδιο

Παρά τα εμφανή σημάδια κόπωσης και ηλικιακής φθοράς, η πραγματική κατάσταση της υγείας του Τζο Μπάιντεν παρέμενε εν πολλοίς άγνωστη στην αρχή του 2024. Σύμφωνα με νέα αποκαλυπτικά στοιχεία, στο εσωτερικό της προεδρικής ομάδας υπήρχαν ήδη σοβαρές ανησυχίες ότι, αν συνέχιζε με τον ίδιο ρυθμό ή αν είχε άλλη μια άσχημη πτώση, θα χρειαζόταν αναπηρικό αμαξίδιο μέσα στη δεύτερη θητεία του.

Όπως περιγράφεται στο βιβλίο Original Sin, των δημοσιογράφων Τζέικ Τάπερ και Άλεξ Τόμπσον, υπήρξαν συζητήσεις μεταξύ συμβούλων του Μπάιντεν για την πιθανότητα να μην μπορεί να σταθεί όρθιος μέχρι το τέλος της θητείας του. Ο εκφυλισμός της σπονδυλικής του στήλης ήταν τέτοιος, που η προοπτική του αμαξιδίου έπαψε να θεωρείται υποθετική.

Κανένα από αυτά δεν αναφέρθηκε δημόσια. Η ετήσια ιατρική έκθεση περιορίστηκε σε φράσεις όπως «μέτρια έως σοβαρή αρθρίτιδα» και «ελαφρώς περιορισμένο εύρος κίνησης». Το κοινό διαβεβαιώθηκε ότι ο πρόεδρος είναι απολύτως λειτουργικός.

Η παρακμή του Τζο Μπάιντεν — και πώς η ομάδα του κάλυψε την παρακμή του Facebook Twitter
Το βιβλίο των Τζέικ Τάπερ και Άλεξ Τόμπσον

Η αποκάλυψη αυτή είναι μία μόνο από τις πολλές που περιλαμβάνει το Original Sin, το οποίο περιγράφει, όπως λένε οι συγγραφείς, την «παράλογη» προσπάθεια να παρουσιαστεί ο 81χρονος Μπάιντεν ως ικανός να διαχειριστεί ξανά το αξίωμα, μέχρι την ηλικία των 86.

Ακόμη πιο κραυγαλέα, σύμφωνα με το βιβλίο, ήταν η απουσία κάθε γνωστικής αξιολόγησης. Παρότι οι γκάφες και τα κενά μνήμης πλήθαιναν, δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ επίσημο τεστ. «Δίνει τεστ κάθε μέρα», ήταν η αμήχανη απάντηση της εκπροσώπου Τύπου Καρίν Ζαν-Πιερ, όταν ρωτήθηκε γιατί δεν υποβλήθηκε σε αξιολόγηση.

Εκείνη την περίοδο, κανένας σημαντικός εσωκομματικός αντίπαλος δεν τόλμησε να τον αμφισβητήσει ανοιχτά, από σεβασμό ή άγνοια. Η πρόσβαση στον πρόεδρο είχε περιοριστεί δραστικά. Όσοι γνώριζαν τι πραγματικά συνέβαινε, ανήκαν σε έναν στενό πυρήνα συνεργατών και συγγενών, που εντός του κόμματος αποκαλούνταν μεταξύ σοβαρού και αστείου «Πολιτμπιρό».

Πώς η διαχείριση της εικόνας του προέδρου εξελίχθηκε σε συγκάλυψη

Κατά τους συγγραφείς, αυτό που ξεκίνησε ως προσπάθεια ελέγχου της εικόνας του προέδρου κατέληξε σταδιακά σε συγκάλυψη. Και το αποτέλεσμα ήταν τραγικό: μια απογοητευτική εμφάνιση στο τηλεοπτικό ντιμπέιτ, ένας εξευτελιστικός αγώνας για να παραμείνει στην κούρσα, και τελικά η παράδοση της σκυτάλης στην Καμάλα Χάρις, η οποία δεν κατάφερε να ανακόψει την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.

Πολλοί ανώτατοι αξιωματούχοι του Δημοκρατικού Κόμματος, πιστεύοντας ότι έπρατταν το σωστό για τη χώρα και την παράταξή τους στην προσπάθεια να αποτραπεί η επιστροφή του Τραμπ, κράτησαν το στόμα τους κλειστό. Μέχρι τώρα.

«Ξέραμε ότι θα βρίσκαμε πράγματα. Δεν φανταζόμασταν όμως πόσα», λέει ο Τζέικ Τάπερ, σε συνέντευξή του στην Ουάσιγκτον με αφορμή την έκδοση του βιβλίου. «Το πόσοι άνθρωποι δεν ήθελαν να μας μιλήσουν ή να είναι ειλικρινείς μαζί μας πριν τις εκλογές και μετά άλλαξαν στάση, ήταν πραγματικά σοκαριστικό. Άτομα που επί μήνες επαναλάμβαναν ‘είναι μια χαρά, είναι μια χαρά’, μετά την ήττα παραδέχτηκαν τελικά την αλήθεια».

Το πολιτικό κεφάλαιο του Μπάιντεν, που είχε χτιστεί πάνω σε δεκαετίες δημόσιας παρουσίας ως ένας σχετικά ειλικρινής, «κανονικός» άνθρωπος, είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στην εκλογή του το 2020. Σε μια εποχή που χαρακτηρίστηκε από την αστάθεια που προκάλεσε η πανδημία, πολλοί ψηφοφόροι είδαν στο πρόσωπό του μια σταθερή εναλλακτική απέναντι στον απρόβλεπτο Τραμπ. Η πορεία της προεδρίας του, ωστόσο, οδήγησε πολλούς στο να νιώσουν προδομένοι.

Η παρακμή του Τζο Μπάιντεν — και πώς η ομάδα του κάλυψε την παρακμή του Facebook Twitter
Ο Τζέικ Τάπερ / Φωτ: EPA, αρχείου

Κατά την προεκλογική του εκστρατεία το 2020, ο Μπάιντεν είχε δηλώσει: «Βλέπω τον εαυτό μου σαν μια γέφυρα». Πολλοί τότε το ερμήνευσαν ως πρόθεση να περιοριστεί σε μία θητεία, να αποκαταστήσει μια στοιχειώδη κανονικότητα και να παραδώσει τη σκυτάλη στη νεότερη γενιά. Αντί γι’ αυτό, τον Απρίλιο του 2023 ανακοίνωσε ότι θα διεκδικήσει και δεύτερη θητεία. Ήταν πλέον πεπεισμένος ότι μόνο αυτός μπορούσε να σταματήσει τον Τραμπ. Όταν αποσύρθηκε, είχε αφήσει μόλις 107 ημέρες στην Καμάλα Χάρις για να πείσει τους ψηφοφόρους.

Ο τίτλος του βιβλίου, Original Sin (Προπατορικό Αμάρτημα), προέκυψε από συζητήσεις που είχε ο Τάπερ με Δημοκρατικούς αξιωματούχους μετά την ήττα. «Μερικοί είπαν ότι το προπατορικό αμάρτημα ήταν η απόφαση του Μπάιντεν να ξανακατέβει στις εκλογές», εξηγεί. «Θα μπορούσαμε να το πούμε απλώς Κακή Απόφαση, αλλά ήταν κάτι πιο βαθύ. Δεν ήταν απλώς λάθος, ήταν ένα ανθρώπινο ελάττωμα, που έφερε μια αλυσίδα από άλλες καταστροφές».

«Ο Μπάιντεν μας κατέστρεψε» δήλωσε ο συντονιστής της καμπάνιας της Χάρις

Ένας από τους πιο αιχμηρούς σχολιαστές στο βιβλίο είναι ο Ντέιβιντ Πλόουφ, πρώην σύμβουλος του Μπαράκ Ομπάμα, που ανέλαβε να συντονίσει την καμπάνια της Χάρις. «Ο Μπάιντεν μας κατέστρεψε», είπε στους συγγραφείς. Η Χάρις, κατά τον Πλόουφ, ήταν «καλή στρατιώτης», αλλά το χρονοδιάγραμμα ήταν εφιαλτικό και η ήττα ήταν αποκλειστικά δική του ευθύνη. «Μας ****** εντελώς», ήταν η ωμή του διατύπωση.

Η απόφαση του Μπάιντεν να διεκδικήσει δεύτερη θητεία δεν ήταν μόνο πολιτική. Συνδέθηκε βαθιά με την προσωπική του ιστορία, μια ζωή γεμάτη τραγωδίες, αποτυχίες και επιστροφές από το χείλος του γκρεμού. Ο ίδιος έβλεπε την προεδρία ως τη δικαίωση μιας πορείας κατά την οποία είχε αντέξει τα πάντα: ένα πρόβλημα τραυλισμού στην παιδική ηλικία, τον θάνατο της πρώτης του συζύγου και της μικρής του κόρης σε τροχαίο το 1972, δύο επικίνδυνα ανευρύσματα το 1988, την απώλεια του γιου του Μπο το 2015 από καρκίνο στον εγκέφαλο, και δύο αποτυχημένες υποψηφιότητες για την προεδρία το 1988 και το 2008.

Κεντρικό στοιχείο αυτής της ταυτότητας ήταν η ιδέα του «άνθρωπου που δεν τα παρατάει ποτέ». Στο πρώτο του αυτοβιογραφικό βιβλίο, Promises to Keep, είχε γράψει: «Σήκω πάνω! Για μένα αυτό είναι ο κανόνας της ζωής, η θεμελιώδης αρχή: να σηκώνεσαι όταν πέφτεις. Η τέχνη της ζωής είναι απλά να σηκώνεσαι ξανά». Το σύνθημα αυτό, όμως, που είχε κάποτε εμπνεύσει, άρχισε πλέον να εκλαμβάνεται ως ένδειξη άρνησης της πραγματικότητας.

Η πεποίθησή του ότι μπορούσε και έπρεπε να συνεχίσει, μετατράπηκε σε πείσμα. Και γύρω του είχε μαζευτεί ένας στενός κύκλος ανθρώπων που ενίσχυαν αυτή την αίσθηση. Κορυφαίοι ανάμεσά τους ήταν οι παλιοί συνεργάτες του Μάικ Ντόνιλον και Στιβ Ρισετί. Ο Ντόνιλον, Ιρλανδοαμερικανός καθολικός όπως και ο Μπάιντεν, ήταν δίπλα του από το 1981 και είχε διαμορφώσει την καμπάνια του 2020 με το σύνθημα «μάχη για την ψυχή του έθνους». Ο Ρισετί, διάδοχός του στο επιτελείο της αντιπροέδρου και πρόεδρος της καμπάνιας του 2020, είχε εξίσου βαθιά εμπλοκή.

Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι τα προσωπικά και οικογενειακά συμφέροντα σχετίζονταν με την επιμονή του επιτελείου να συνεχίσει ο Μπάιντεν. Η ανιψιά του Ντόνιλον εργαζόταν στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, ενώ και τα τέσσερα παιδιά του Ρισετί είχαν διοριστεί σε υψηλόβαθμες θέσεις σε τέσσερα διαφορετικά υπουργεία.

Ίσως η πιο προκλητική αποκάλυψη του βιβλίου είναι η αμοιβή που φέρεται να ζήτησε ο Ντόνιλον για να ηγηθεί της προεκλογικής εκστρατείας του 2024: 4 εκατομμύρια δολάρια για εννέα μήνες εργασίας, δηλαδή δέκα φορές περισσότερα από την υπεύθυνη καμπάνιας, Τζεν Ο’Μάλεϊ Ντίλον, που έλαβε 400.000 δολάρια. 

Όπως φαίνεται, ελάχιστοι υψηλόβαθμοι Δημοκρατικοί που δεν εξαρτιούνταν οικονομικά ή πολιτικά από τον Μπάιντεν πίστευαν ότι είχε την αντοχή να αντέξει άλλα τέσσερα χρόνια στον Λευκό Οίκο.

Ο Λευκός Οίκος αμφισβήτησε ανοιχτά αρνητική αξιολόγηση της υγείας του προέδρου Μπάιντεν

Το Γραφείο της Πρώτης Κυρίας δεν βρισκόταν στο περιθώριο, αλλά αντιθέτως, ήταν πλήρως ευθυγραμμισμένο με την προοπτική μιας δεύτερης θητείας. Οι δύο πιο στενοί συνεργάτες της Τζιλ Μπάιντεν, ο Άντονι Μπερνάλ και η Άνι Τομασίνι, συμμετείχαν ενεργά στον σχεδιασμό του επόμενου γύρου, κάνοντας συχνές αναφορές σε έργα ή ταξίδια «για τη δεύτερη θητεία». Όταν τέθηκε το ενδεχόμενο να ηγηθεί της καμπάνιας η Καμάλα Χάρις, ο Μπερνάλ, σύμφωνα με το βιβλίο, αντέδρασε απαξιωτικά. «Δεν μπορεί να κερδίσει», φέρεται να είπε.

Για τον Τόμπσον, η στιγμή που η «διαχείριση Μπάιντεν» από το Πολιτμπιρό πέρασε από την επικοινωνιακή ωραιοποίηση στη συγκάλυψη ήταν η 7η Φεβρουαρίου 2024. Εκείνη τη μέρα, ο ειδικός εισαγγελέας Ρόμπερτ Χερ, διορισμένος από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Μέρικ Γκάρλαντ, ανακοίνωσε ότι δεν θα ασκηθεί δίωξη κατά του προέδρου για μία υπόθεση που αφορούσε διαβαθμισμένα έγγραφα τα οποία ο Μπάιντεν βρέθηκε να έχει παράνομα στην κατοχή του. Ωστόσο, η έκθεση περιείχε μια φράση που έκανε τη διαφορά: ο Μπάιντεν, αναφερόταν, πιθανότατα θα παρουσιαζόταν σε ένα δικαστήριο ως «συμπαθής, καλοπροαίρετος ηλικιωμένος άνδρας με προβλήματα μνήμης».

Η αντίδραση του Λευκού Οίκου ήταν άμεση: αντί να αποδεχθεί την αξιολόγηση, επιτέθηκε στον Χερ, παρουσιάζοντάς τον ως κομματικά μεροληπτικό. Όπως σημειώνει ο Τόμπσον, «η επίσημη στρατηγική επικοινωνίας ήταν να τον σπιλώσουν ως αντιεπαγγελματία δεξιό προβοκάτορα». Όσο για τον Γκάρλαντ, που είχε πιστέψει ότι ο πρόεδρος ήθελε ένα πραγματικά ανεξάρτητο υπουργείο Δικαιοσύνης, ουσιαστικά εκδιώχθηκε, καθώς έγινε γνωστό ότι δεν θα παραμείνει στο πόστο του σε περίπτωση επανεκλογής του Μπάιντεν.

Η Χάρις ηγήθηκε των προσπαθειών για την απαξίωση της έκθεσης. «Τα σχόλια αυτού του εισαγγελέα ήταν περιττά, ανακριβή και ακατάλληλα», είχε δηλώσει. «Ο τρόπος που περιέγραψε τον πρόεδρο δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την πραγματικότητα». Παρά την προσπάθεια αποδόμησης, όμως, η ζημιά είχε γίνει. Η έκθεση Χερ αποτέλεσε για πολλούς Δημοκρατικούς την πρώτη ανεξάρτητη και ειλικρινή καταγραφή της ψυχικής κατάστασης του Μπάιντεν.

«Από εκείνη τη στιγμή και μετά, δεν μπορείς να μιλήσεις για άγνοια ή αφέλεια», λέει ο Τόμπσον. «Από εκεί και πέρα ξεκινά ενεργά η συγκάλυψη». Ο Τάπερ προσθέτει: «Μερικά από τα πιο αποκαλυπτικά στοιχεία προκύπτουν από αυτό που τελικά συνειδητοποίησε ο Γκάρλαντ: ότι ο Μπάιντεν ποτέ δεν ήθελε πραγματικά ένα ανεξάρτητο υπουργείο Δικαιοσύνης, παρότι αυτό υποστήριζε δημόσια».

«Κανείς δεν έβλεπε ή μιλούσε απευθείας με τον Μπάιντεν»

Ο Τάπερ τοποθετεί την απαρχή της συγκάλυψης ακόμη νωρίτερα: τον Οκτώβριο του 2023, όταν, όπως αποκαλύπτουν οι συγγραφείς, πραγματοποιήθηκε το τελευταίο υπουργικό συμβούλιο για σχεδόν έναν χρόνο. Ένας υπουργός αναφέρει στο βιβλίο πως «από τότε τα πράγματα άρχισαν να γίνονται παράξενα». Οι επαφές με τον πρόεδρο μειώθηκαν δραστικά. Κανείς δεν τον έβλεπε ή μιλούσε απευθείας μαζί του. Σε μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις που κάποιος υπουργός τον συνάντησε, τον βρήκε «τελείως αλλού».

Λίγους μήνες μετά την έκθεση Χερ, η Wall Street Journal ξεκίνησε δική της έρευνα για τη γνωστική κατάσταση του προέδρου. Στις 4 Ιουνίου 2024 δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «Κεκλεισμένων των θυρών, ο Μπάιντεν δείχνει σημάδια κάμψης», βασισμένο σε μαρτυρίες συμμετεχόντων σε συσκέψεις. Μία από αυτές περιέγραφε συνάντηση για τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας, όπου ο πρόεδρος «διάβαζε από σημειώσεις για να πει τα προφανή, σταματούσε για μεγάλα διαστήματα και μερικές φορές έκλεινε τα μάτια του τόσο πολύ, που κάποιοι αναρωτήθηκαν αν είχε αποσυνδεθεί από τη συζήτηση».

Η απάντηση του Λευκού Οίκου ήταν άμεση: ο εκπρόσωπος Άντριου Μπέιτς χαρακτήρισε το ρεπορτάζ «ψευδείς ισχυρισμούς» Ρεπουμπλικάνων, υποστηρίζοντας ότι ο πρόεδρος παραμένει «ένας οξυδερκής και αποτελεσματικός ηγέτης».

Όμως, η πίεση δεν περιοριζόταν σε εθνικά και διεθνή ζητήματα. Προσωπικά βάρη, κυρίως η υπόθεση του Χάντερ Μπάιντεν, φαίνεται ότι επηρέασαν καταλυτικά την ψυχική και σωματική κατάσταση του προέδρου.

Ο Χάντερ Μπάιντεν ήταν για χρόνια η ανοιχτή πληγή της οικογένειας. Το διαβόητο λάπτοπ που έχασε, γεμάτο φωτογραφίες με ναρκωτικά και γυναίκες, αλλά και emails που υπαινίσσονταν σκοτεινές οικονομικές δοσοληψίες, έγινε πρώτης γραμμής θέμα για τα συντηρητικά μέσα. Οι επιθέσεις ήταν ανελέητες. Παρ' όλα αυτά, στο μυαλό του Τζο Μπάιντεν, ο γιος του δεν ήταν βάρος, αλλά λόγος για να συνεχίσει.

Ο Μπάιντεν φοβόταν ότι αν αποσυρόταν, ο γιος του θα αυτοκτονούσε

Ο γιος του είχε αρχίσει να ξαναστέκεται στα πόδια του. Είχε παντρευτεί ξανά, είχε αποκτήσει ένα παιδί που ονόμασε Μπο (προς τιμήν του αδερφού του που χάθηκε) και στεκόταν ενεργά στο πλευρό του πατέρα του στην προεκλογική του εκστρατεία. Όπως λέει ο Τάπερ, «ο Χάντερ λειτουργούσε σχεδόν σαν άτυπος προσωπάρχης, επηρεάζοντας άμεσα τις αποφάσεις του προέδρου». Ο Μπάιντεν φέρεται να πίστευε ότι αν αποσυρόταν, ο γιος του θα έχανε το νόημα της προσπάθειας και ίσως κατέρρεε ξανά.

Η πτώση του Τζο Μπάιντεν — και πώς η ομάδα του συγκάλυψε την παρακμή του Facebook Twitter
Ο Χάντερ Μπάιντεν και η σύζυγός του Μελίσα Κόεν Μπάιντεν φτάνουν για να ακούσουν την ετυμηγορία στην ομοσπονδιακή δίκη για οπλοκατοχή στο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο των ΗΠΑ / Φωτ: EPA, αρχείου

Το βιβλίο εντοπίζει άμεση σύνδεση ανάμεσα στην ψυχική κατάσταση του Μπάιντεν και τις δικαστικές εξελίξεις που αφορούσαν τον γιο του. Τον Ιούλιο του 2023, η κατάρρευση μιας συμφωνίας που θα διευθετούσε την υπόθεση του Χάντερ εκτός δικαστηρίων προκάλεσε έντονη ψυχολογική επιβάρυνση στον πρόεδρο. Ένα χρόνο αργότερα, τον Ιούνιο του 2024, ο Χάντερ καταδικάστηκε για ψευδή δήλωση κατά την αγορά όπλου. Και στις δύο περιπτώσεις, η επιδείνωση στην σωματική και ψυχική υγεία του Μπάιντεν ήταν «ορατή και άμεση», σύμφωνα με τους συγγραφείς.

«Δεν θα μπορούσες να το γράψεις ούτε αν ήσουν ο Σαίξπηρ», λέει χαρακτηριστικά ο Τάπερ. «Δεν ήταν μόνο η πίεση από όσα περνούσε ο Χάντερ. Ήταν και ο τρόμος του Μπάιντεν ότι μπορεί να χάσει και τρίτο παιδί, ότι ο Χάντερ θα αυτοκτονήσει».

Μετά την καταδίκη του Χάντερ και ενόψει της τηλεμαχίας με τον Ντόναλντ Τραμπ, ο ψυχικά εξουθενωμένος πρόεδρος αποσύρθηκε στο Καμπ Ντέιβιν με το επιτελείο του. Αντί να μελετά τις σημειώσεις του και να προετοιμάζεται, όπως ανέφεραν πηγές στους συγγραφείς, ο Μπάιντεν πέρασε την πρώτη μέρα κυρίως κοιμώμενος. Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ συμμετείχε διαδικτυακά σε ορισμένες συνεδρίες, αλλά ούτε ο φημισμένος σκηνοθέτης του Χόλιγουντ μπορούσε να σώσει την κατάσταση. Η φωνή του προέδρου ήταν χαμηλή, ζητούσε συνεχώς καραμέλες για τον λαιμό, και τα απογεύματα εξαφανιζόταν στο δωμάτιό του για να ξεκουραστεί.

Το φιάσκο του Ντιμπέιτ απέναντι στον Τραμπ

Ο Τάπερ, ο οποίος συντόνισε το ντιμπέιτ της 27ης Ιουνίου στην Ατλάντα μαζί με τη συνάδελφό του Ντάνα Μπας, είχε κυριολεκτικά μπροστά του το ναυάγιο. Από την αρχή ο Μπάιντεν έδειχνε εξαντλημένος και άφωνος. Σε μια ερώτηση για το εθνικό χρέος και τις φορολογικές πολιτικές, η απάντησή του ήταν ασύνδετη και ακατανόητη: «Θα μπορούσαμε να διασφαλίσουμε ότι όλα αυτά που πρέπει να γίνουν, παιδική φροντίδα, φροντίδα ηλικιωμένων…» ξεκίνησε, και στη συνέχεια άρχισε να χάνει τη σειρά του λόγου. «Να διασφαλίσουμε ότι μπορούμε να κάνουμε κάθε έναν… ό,τι κατάφερα με το… με τον Covid — συγγνώμη…». Μία σύντομη σιωπή ακολούθησε και έπειτα ήρθε η συνέχεια.  «Με όλα όσα πρέπει να κάνουμε με το…Κοιτάξτε, αν… Νικήσαμε τελικά το Medicare».

Ήταν προφανές ότι κάτι πήγαινε πολύ στραβά. «Ευχαριστούμε, πρόεδρε Μπάιντεν», είπε ψύχραιμα ο Τάπερ, προχωρώντας στον Τραμπ. Η Μπας του έδωσε ένα σημείωμα: «Μόλις έχασε τις εκλογές».

Στο δωμάτιο όπου παρακολουθούσε το ντιμπέιτ το επιτελείο του Τραμπ, ο συν-διευθυντής της καμπάνιας, Κρις ΛαΣιβίτα, γύρισε στη συνάδελφό του Σούζι Ουάιλς και ψιθύρισε: «Ω, διάολε. Δεν θα κρατήσει». Ήδη σκεφτόταν πώς θα επηρέαζε την καμπάνια Τραμπ η πιθανή αποχώρηση του Μπάιντεν.

Η σοκαριστική εμφάνιση του Μπάιντεν προκάλεσε άμεσο σοκ στους Δημοκρατικούς κύκλους. Σε συγκέντρωση υψηλόβαθμων υποστηρικτών στο Λος Άντζελες, ο σκηνοθέτης Ρομπ Ράινερ στράφηκε στην ηθοποιό και ακτιβίστρια Τζέιν Φόντα: «Είμαστε ********». Στην Ουάσιγκτον, ένα μέλος του Κογκρέσου από αμφίρροπη εκλογικά πολιτεία γύρισε στον επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας Πιτ Αγκιλάρ και είπε: «Μόλις έχασα τη δουλειά μου». Σε πάρτι στην Ατλάντα, ο επικεφαλής χρηματοδότησης του Biden Victory Fund, Κρις Κορζ, ακούστηκε να επαναλαμβάνει τα λόγια του Ράινερ: «Τελειώσαμε. Αυτό ήταν».

Το διάστημα ανάμεσα στη συντριβή του Μπάιντεν στο ντιμπέιτ και την αποχώρησή του στις 21 Ιουλίου έγινε γνωστό στο εσωτερικό του Δημοκρατικού Κόμματος ως «οι σκοτεινές μέρες». Οι δημόσιες αντιδράσεις ήταν σκληρές, αλλά οι ιδιωτικές ακόμα σφοδρότερες.

Ο Λευκός Οίκος κάλεσε κυβερνήτες πολιτειών για ενημέρωση. Ο Μπάιντεν τους είπε ότι οι εσωτερικές δημοσκοπήσεις τον έδειχναν ως τον «καταλληλότερο για να αντιμετωπίσει τον Τραμπ», υποστηρίζοντας πως «ο κόσμος δεν ανησυχεί για την υγεία μου, ανησυχεί για τη δημοκρατία». Επέμεινε μάλιστα ότι τα ποσοστά του δεν είχαν αλλάξει από το ντιμπέιτ. Όμως αρκετοί κυβερνήτες, μεταξύ των οποίων ο Τζος Γκριν (Χαβάη) και ο Τζάρεντ Πόλις (Κολοράντο), του απηύθυναν άμεσες ερωτήσεις. Ο Γκριν τον ρώτησε αν είναι πραγματικά καλά. Ο Πόλις επισήμανε ότι οι ψηφοφόροι είναι πανικόβλητοι και οι χρηματοδότες νιώθουν ότι εξαπατήθηκαν. Πριν προλάβουν όλοι να τοποθετηθούν, η Καμάλα Χάρις έκλεισε τη συζήτηση. «Πρέπει να στηρίξουμε τον πρόεδρο», φώναξε. «Διακυβεύεται η *******δημοκρατία».

Η πτώση του Τζο Μπάιντεν — και πώς η ομάδα του συγκάλυψε την παρακμή του Facebook Twitter
Κάμαλα Χάρις / Φωτ: EPA, αρχείου

Στο μεταξύ, κανείς δεν ήξερε αν ο Ντόνιλον και ο Ρισετί ενημέρωναν πραγματικά τον Μπάιντεν για τα αρνητικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων. Οι εσωτερικές συσκέψεις γίνονταν ολοένα πιο τεταμένες. Σε μία από αυτές, μια Αφροαμερικανίδα βουλευτής εξέφρασε έντονη ανησυχία: «Αν φύγει ο Μπάιντεν και χάσει η Χάρις, θα κατηγορήσουν τους μαύρους». Αυτές ήταν οι πολιτικές και ταυτόχρονες εντάσεις που είχε πυροδοτήσει το «προπατορικό αμάρτημα».

Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για τον Τζορτζ Κλούνεϊ

Στις 8 Ιουλίου, ο Μπάιντεν έδωσε στη δημοσιότητα επιστολή υπενθυμίζοντας την άνετη νίκη του στις προκριματικές εκλογές για το χρίσμα των Δημοκρατικών, απέναντι όμως σε περιθωριακούς υποψήφιους, αφού κανένα κορυφαίο στέλεχος δεν τόλμησε να τον αμφισβητήσει.

Για τον Τζορτζ Κλούνεϊ, αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Ένα μήνα νωρίτερα είχε δει τον πρόεδρο από κοντά σε εκδήλωση στο Λος Άντζελες και είχε σοκαριστεί. Η σιωπή του κράτησε μέχρι τις 10 Ιουλίου, όταν δημοσίευσε άρθρο στους New York Times με τίτλο: «Δεν πρόκειται να κερδίσουμε τον Νοέμβριο με αυτόν τον πρόεδρο». Κυκλοφόρησαν φήμες ότι είχε ζητήσει την έγκριση του Μπαράκ Ομπάμα, αλλά οι συγγραφείς του βιβλίου είναι επιφυλακτικοί: «Ο Κλούνεϊ τον ενημέρωσε ότι σκοπεύει να γράψει το άρθρο. Ο Ομπάμα φέρεται να του είπε ότι ίσως να ήταν αντιπαραγωγικό», λέει ο Τάπερ.

Το ίδιο βράδυ, η Νάνσι Πελόζι πέρασε στην αντεπίθεση. Το πρωί είχε αφήσει περιθώριο στους Δημοκρατικούς να εκφραστούν, δηλώνοντας στο MSNBC ότι ο Μπάιντεν «αξιολογεί την κατάσταση». Στην πραγματικότητα, εκείνη τη μέρα είχε κανονίσει ιδιωτική συνάντηση μαζί του. Του ζήτησε να της εξηγήσει ποιες δημοσκοπήσεις τον κάνουν να πιστεύει ότι μπορεί να κερδίσει. Ο Μπάιντεν έβαλε τον Ντόνιλον στο ανοιχτό ακουστικό. Εκείνος απάντησε ότι ο Ρόναλντ Ρέιγκαν και ο Μπαράκ Ομπάμα είχαν επίσης κακά ντιμπέιτ, και ότι τα στοιχεία δείχνουν τον Μπάιντεν «εντός του περιθωρίου σφάλματος». Η Πελόζι του απάντησε πως οι άνθρωποι γύρω της λένε ότι τα παιδιά τους δεν σκοπεύουν να ψηφίσουν, παρότι υποστηρίζουν τις πολιτικές των Δημοκρατικών. Κατάφερε να αποσπάσει από τον πρόεδρο μια υπόσχεση ότι θα μιλήσει απευθείας με τους υπεύθυνους των μετρήσεων.

Η πτώση του Τζο Μπάιντεν — και πώς η ομάδα του συγκάλυψε την παρακμή του Facebook Twitter
Τζο Μπάιντεν / Φωτ: EPA, αρχείου

Μια ημέρα αργότερα, στις 11 Ιουλίου, συνεδρίασε ιδιωτικά η κοινοβουλευτική ομάδα των Δημοκρατικών στη Γερουσία. Ο Τζον Φέτερμαν (Πενσιλβάνια) πρότεινε να σηκώσουν τα χέρια όσοι εξακολουθούν να στηρίζουν τον πρόεδρο. Από τους 51 γερουσιαστές, λέγεται ότι μόλις πέντε απάντησαν θετικά.

Στις 13 Ιουλίου, ο Μπάιντεν είχε τηλεδιάσκεψη με κορυφαία στελέχη των προοδευτικών Δημοκρατικών. Η συζήτηση γινόταν με ένα κοινό που, θεωρητικά, του ήταν ευνοϊκό. Όμως ο πρόεδρος εμφανίστηκε αμυντικός και ευερέθιστος. Κάποια στιγμή, το επιτελείο του του πέρασε ένα σημείωμα και εκείνος το διάβασε δυνατά, χωρίς να συνειδητοποιήσει ότι ήταν για εσωτερική χρήση: «Μείνε θετικός. Ακούγεσαι αμυντικός». Πολλοί από τους συνομιλητές του έμειναν αποσβολωμένοι.

«Κύριε Πρόεδρε, οι δημοσκόποι σας δεν σας λένε την αλήθεια»

Λίγο αργότερα, ο Τσακ Σούμερ, ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Δημοκρατικών στη Γερουσία και ένας από τους πιο σκληρούς πολιτικούς διαπραγματευτές της Ουάσιγκτον, μετέβη στο εξοχικό του Μπάιντεν στο Ρίχομποθ Μπιτς του Ντέλαγουερ. Ήταν, όπως φαίνεται, ο μόνος που του μίλησε ξεκάθαρα κατά πρόσωπο.

«Κύριε Πρόεδρε, οι πιθανότητές σας να κερδίσετε είναι 5%», φέρεται να του είπε. «Μίλησα με τους δικούς σας δημοσκόπους».

«Αλήθεια;» ρώτησε ο Μπάιντεν.

«Δεν σας λένε την αλήθεια», απάντησε ο Σούμερ, αναφερόμενος στους Ντόνιλον και Ρισετί. «Σας προτρέπω να μην κατεβείτε στις εκλογές».

Ο πρόεδρος τον ρώτησε ευθέως: «Πιστεύεις ότι η Καμάλα μπορεί να κερδίσει;»

«Δεν ξέρω», παραδέχθηκε ο Σούμερ. «Ξέρω μόνο ότι εσείς δεν μπορείτε».

Ήταν το Σαββατοκύριακο πριν το συνέδριο των Ρεπουμπλικάνων. Ο Μπάιντεν ζήτησε μια εβδομάδα.

Εν τω μεταξύ, η καμπάνια των Δημοκρατικών δεχόταν συνεχή πλήγματα. Ο Τραμπ, κατά τη διάρκεια ομιλίας στην Πενσιλβάνια, δέχθηκε απόπειρα δολοφονίας: μία σφαίρα τον τραυμάτισε στο αυτί και ένας υποστηρικτής του σκοτώθηκε. Η εθνική ατζέντα ανατράπηκε και το βλέμμα όλων στράφηκε ξανά στον Μπάιντεν.

Στις 18 Ιουλίου, το βράδυ της ομιλίας του Τραμπ στο συνέδριο, ο Μπάιντεν είχε τηλεδιάσκεψη με τους τρεις βασικούς του δημοσκόπους. Τα ευρήματα ήταν ανελέητα: υστερούσε σε όλες τις κρίσιμες πολιτείες, ενώ ακόμη και πολιτείες που είχε κερδίσει εύκολα το 2020, όπως η Μινεσότα, το Νέο Μεξικό και η Βιρτζίνια, ήταν πλέον οριακές. Επιπλέον, ο Τραμπ είχε προβάδισμα 12 μονάδων στους νέους ψηφοφόρους. Η άποψη ότι ο Μπάιντεν είναι υπερβολικά ηλικιωμένος για δεύτερη θητεία είχε παγιωθεί. Το μόνο που μπορούσαν να προτείνουν οι δημοσκόποι ως θετική αφηγηματική γραμμή ήταν ότι «η προεδρία είναι ομαδική υπόθεση».

Στις 20 Ιουλίου, ο Ρισετί κάλεσε έναν από τους δημοσκόπους: «Η δουλειά σου είναι να μας πεις πώς θα κερδίσουμε, όχι ότι δεν μπορούμε», του είπε. «Ο Ντόνιλον βλέπει τα ίδια δεδομένα και έχει διαφορετική εικόνα». Η άρνηση της πραγματικότητας συνεχιζόταν. Αλλά την ίδια μέρα, οι δύο άνδρες μετέβησαν ξανά στο Ρίχομποθ. Είπαν στον πρόεδρο ότι θα μπορούσε να προσέλθει στο συνέδριο στο Σικάγο σε λίγες εβδομάδες και να προσπαθήσει να το «παλέψει», αλλά το κόμμα θα διχαστεί. «Θα γίνει σφαγή στο συνέδριο», λέει χαρακτηριστικά ο Τάπερ. Τα δύο τρίτα των Δημοκρατικών στο Κογκρέσο ήθελαν τον Μπάιντεν εκτός. Οι χρηματοδοτήσεις στέρευαν.

«Χρειαζόμαστε ενωμένο κόμμα», φέρεται να είπε ο Μπάιντεν. Ζήτησε μία νύχτα να το σκεφτεί. Ο Ντόνιλον πήγε σπίτι και έγραψε την ανακοίνωση για την αποχώρηση του Μπάιντεν από την «κούρσα».

Η επιλογή της Χάρις ήταν η τελευταία μεγάλη απόφαση του Μπάιντεν

Η έξοδος δεν ήταν μεγαλοπρεπής. Ο Μπάιντεν αποχώρησε πικραμένος και με την αίσθηση προδοσίας. Η τελευταία του πολιτική πράξη ήταν να ανακόψει κάθε συζήτηση για ανοιχτή διαδικασία διαδοχής, ανακοινώνοντας την επίσημη στήριξή του στην Καμάλα Χάρις. Δεν ήθελε να της κάνει ό,τι του είχε κάνει ο Ομπάμα το 2016, όταν είχε στηρίξει τη Χίλαρι Κλίντον αντί για τον τότε αντιπρόεδρό του. Επιπλέον, η υποψηφιότητα της πρώτης Αφροαμερικανής γυναίκας αντιπροέδρου ήταν μέρος της πολιτικής του κληρονομιάς. Όπως φέρεται να είπε ο Μπόμπι Σκοτ, βουλευτής από τη Βιρτζίνια, σε εσωκομματική σύσκεψη: «Αν νομίζετε ότι το άτομο που θα πάρει τη θέση του δεν θα είναι η Καμάλα, εσείς είστε οι γερασμένοι».

Παρά το αίσθημα ανακούφισης που επικράτησε σε πολλούς κύκλους των Δημοκρατικών μετά την αποχώρηση Μπάιντεν, το βιβλίο Original Sin δεν ήρθε χωρίς αντιδράσεις, κυρίως προς τους ίδιους τους συγγραφείς του.

Η πτώση του Τζο Μπάιντεν — και πώς η ομάδα του συγκάλυψε την παρακμή του Facebook Twitter
Τζο Μπάιντεν και Κάμαλα Χάρις / Φωτ: EPA, αρχείου

Από τη μία πλευρά, υπήρξαν επικριτές που αναρωτήθηκαν γιατί τόσο μεγάλα ονόματα της αμερικανικής δημοσιογραφίας δεν έφεραν στο φως αυτές τις πληροφορίες νωρίτερα, όταν υπήρχε ακόμη χρόνος για πολιτική παρέμβαση. Από την άλλη, παραμένει ένας σκληρός πυρήνας του «Πολιτμπιρό» που επιμένει ότι ο Μπάιντεν μπορούσε να κερδίσει τον Τραμπ, υποστηρίζοντας ότι το βιβλίο λειτουργεί ως πολιτικό σαμποτάζ.

Ο Τάπερ παραδέχεται: «Θα ήθελα πολύ να τα είχα μάθει όλα αυτά νωρίτερα και να τα είχα αποκαλύψει. Αλλά τα μάθαμε μετά τις εκλογές. Δεν ξέραμε τι συνέβαινε. Το βλέπαμε όπως όλοι οι υπόλοιποι: ναι, έδειχνε καταπονημένος, αλλά όλοι μπροστά στις κάμερες έλεγαν ότι είναι μια χαρά. Και μετά ήρθε το ντιμπέιτ».

Ο Τόμπσον, από την πλευρά του, μόλις είχε βραβευτεί για το ρεπορτάζ του το 2023 σχετικά με τη φθίνουσα γνωστική ικανότητα του Μπάιντεν, ένα ρεπορτάζ που τότε είχε διαψευστεί οργισμένα από τον Λευκό Οίκο. Είχε αποκαλύψει, μεταξύ άλλων, ότι ο πρόεδρος ήταν «συνεπώς συγκεντρωμένος» μόνο μεταξύ 10 το πρωί και 4 το απόγευμα. Κατά την απονομή του βραβείου, όμως, δεν πανηγύρισε. Αντιθέτως, προχώρησε σε δημόσια αυτοκριτική:

«Το να είσαι ρεπόρτερ που λέει την αλήθεια, σημαίνει και να λες την αλήθεια για τον εαυτό σου. Κι εγώ, μαζί με άλλους, δεν είδα πολλά απ’ όσα έπρεπε. Η κατάρρευση του προέδρου Μπάιντεν και η συγκάλυψη από το περιβάλλον του είναι υπενθύμιση πως κάθε Λευκός Οίκος, ανεξαρτήτως κόμματος, είναι ικανός για παραπλάνηση.»

Με πληροφορίες από The Times of London

Διεθνή
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Πίσω από κλειστές πόρτες: Πώς λειτουργούσε ο Λευκός Οίκος με έναν απαξιωμένο Μπάιντεν

Διεθνή / Πίσω από κλειστές πόρτες: Πώς λειτουργούσε ο Λευκός Οίκος με έναν απαξιωμένο Μπάιντεν

Πώς οι συνεργάτες του απερχόμενου προέδρου των ΗΠΑ κρατούσαν τις συναντήσεις σύντομες και ήλεγχαν την πρόσβαση στον Τζο Μπάιντεν - Η απομόνωση του προέδρου ακόμα και από κορυφαίους υπουργούς και η «παραπλάνηση» για τις δημοσκοπήσεις μετά το καταστροφικό ντιμπέιτ με τον Τραμπ
LIFO NEWSROOM
Σκληρό εξώφυλλο από τον Economist καλεί τον Μπάιντεν να παραιτηθεί με ένα «πι» στο πρωτοσέλιδο

Διεθνή / O Economist καλεί τον Μπάιντεν να αποσυρθεί: Το σκληρό πρωτοσέλιδο με το «πι» του προέδρου των ΗΠΑ

«Αυτός δεν είναι τρόπος να διοικήσεις μια χώρα» ο τίτλος του Economist - «Αν τον αγαπάει, θα σταματήσει να τον πιέζει» λέει η WSJ για την Τζιλ Μπάιντεν που παροτρύνει τον Αμερικανό πρόεδρο να διεκδικήσει επανεκλογή
LIFO NEWSROOM

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κωνσταντινούπολη: «Ίσως δεν χρειαστεί συνάντηση με Πούτιν», λέει ο Ζελένσκι - «Έτοιμοι για συμβιβασμούς» δηλώνουν οι Ρώσοι

Διεθνή / «Ίσως δεν χρειαστεί συνάντηση με Πούτιν», λέει ο Ζελένσκι - «Έτοιμοι για συμβιβασμούς» δηλώνουν οι Ρώσοι

«Είμαστε έτοιμοι να κάνουμε πιθανούς συμβιβασμούς και να τους συζητήσουμε» είπε ο Βλαντιμίρ Μεντίνσκι - Ο Ζελένσκι κατηγόρησε τους Ρώσους για ασέβεια
LIFO NEWSROOM
Ο Ζελένσκι στέλνει τον υπουργό Άμυνας στην Κωνσταντινούπολη – Κατηγορεί τη Ρωσία ότι δεν θέλει ειρήνη

Διεθνή / Ο Ζελένσκι στέλνει τον υπουργό Άμυνας στην Κωνσταντινούπολη – Κατηγορεί τη Ρωσία ότι δεν θέλει ειρήνη

Οι συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη ξεκινούν σε κλίμα δυσπιστίας και χαμηλών προσδοκιών, με τις πραγματικές εξελίξεις να εξαρτώνται από την πολιτική βούληση των δύο προέδρων που παραμένουν εκτός τραπεζιού: του Πούτιν και του Τραμπ
LIFO NEWSROOM