Στο υπόγειο της παλιάς πτέρυγας του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης που μόλις ξανάνοιξε, μετά από χρόνια αναδιαμόρφωσης, δίπλα στο σημείο όπου εκτίθενται τα «Σινιάλα», υπάρχει ένα μικρό σκίτσο του 1978 με τον τίτλο «Σύνθεση» και μια σύντομη αφιέρωση γραμμένη κάπως τσαπατσούλικα: «Αξέχαστη Άνδρος και οι φίλοι μας. Takis».
Οι φίλοι δεν ήταν άλλοι από το ζεύγος Βασίλη και Ελίζα Γουλανδρή που έναν χρόνο αργότερα θα εγκαινίαζαν το μουσείο με γλυπτά του Ανδριώτη Μιχάλη Τόμπρου και κάποια του Takis. Μισόν αιώνα και κάτι αργότερα, φέτος το καλοκαίρι ο Takis επέστρεψε στην Άνδρο και στο σημαντικό αυτό μουσείο των φίλων του, με μια μεγάλη αναδρομική για την επέτειο των 100 χρόνων από τη γέννησή του. Αυτήν τη φορά έργα του καλύπτουν όλους τους χώρους της παλιάς και της νέας πτέρυγας, όπως συμβαίνει και στο αντίστοιχο μουσείο που φέρει το όνομα των συλλεκτών του στην Αθήνα.
Το να βρεθούμε στην Άνδρο με αφορμή μια έκθεση διεθνούς εμβέλειας είναι κάτι στο οποίο το Ίδρυμα Γουλανδρή μάς έχει συνηθίσει. Και φυσικά οι καλλιτέχνες των οποίων τη δουλειά έχει φιλοξενήσει έχουν όλοι τους ιδιαίτερη ταυτότητα και σημαντικό αποτύπωμα.
Για να χυτεύσει τα ερωτικά του έργα χρησιμοποίησε πραγματικά μοντέλα, τα «καλούπια» δηλαδή ήταν απολύτως κοπιαρισμένα μέρη ανθρώπινων σωμάτων, έτσι ώστε να εστιάσει στον βασικό του στόχο, που ήταν να αποδείξει ότι η ζωή, όπως και το σύμπαν, διέπεται από τους νόμους της έλξης.
Με έναν διεθνή Έλληνα όμως, όπως είναι ο Takis, που οι αναφορές του μέχρι το τέλος της ζωής του δεν έπαψαν να αφορούν τις ελληνικές του ρίζες ταυτόχρονα με τις οικουμενικές του αξίες, και κυρίως τα πανανθρώπινα ερωτήματα σχετικά με τις άγνωστες διαστάσεις του σύμπαντος και τις μεταφυσικές δυνάμεις της γης, η έκθεση αναπόφευκτα έχει μια άλλη βαρύτητα. Το μινιμαλιστικό περιβάλλον του αιγαιοπελαγίτικου σκηνικού, με τις καθαρές και φωτεινές γραμμές του, μοιάζει ιδανικό για να εντάξει τις μηχανικές και μαγνητικές γλυπτικές φόρμες του ιδιοφυούς δημιουργού.


Σύμφωνα με την ιστορία, το 1959 ο Γάλλος συγγραφέας Alain Jouffroy συνάντησε τον Έλληνα καλλιτέχνη στον δρόμο ενθουσιασμένο από την ανακάλυψή του: «“Αυτό είναι”, μου είπε, “το βρήκα”. Ακούστηκε ακριβώς σαν το εύρηκα του Αρχιμήδη… και μου έδειξε το πρώτο τηλεμαγνητικό γλυπτό (εγώ ήμουν που επινόησα τον όρο την επομένη), όπου μεταλλικά στοιχεία αιωρούνταν με τη δύναμη ενός μαγνήτη. Έτσι, για πρώτη φορά, η μαγνητική ενέργεια εισήχθη στη σύνθεση ενός γλυπτού. Ενσωματώθηκε σε αυτό όπως ο αέρας βρίσκεται ενσωματωμένος στη γλυπτική του μπαρόκ. Η χαρά και ο ενθουσιασμός του Takis δεν περιγράφονταν».
Αυτή του την ανακάλυψη, δηλαδή τον μαγνητισμό ως υλικό δημιουργίας καλλιτεχνικού έργου, που ο ίδιος ο γλύπτης θεωρούσε ότι του πρόσφερε μια μορφή ελευθερίας, θα τη χρησιμοποιούσε σε μια μεγάλη γκάμα έργων. Κι ενώ για πάρα πολλά χρόνια είχε εγκαταλείψει την ανθρωποκεντρική τέχνη, καθώς τα έργα του αποτελούσαν γλυπτικές φόρμες που παρέπεμπαν σε μηχανές και στις μεταφυσικές ανησυχίες του, το 1974 ξαφνικά επέστρεψε στο ανθρώπινο σώμα μέσω της ερωτικής έλξης, που βέβαια την παρομοίαζε με τη μαγνητική. Σε συνέντευξή του το 1990 το είχε δηλώσει ξεκάθαρα: «Ο μαγνήτης και η ερωτική έλξη είναι ένα και το αυτό».
Η αναδρομική έκθεση της Άνδρου, συμπεριλαμβάνει μια ολόκληρη ενότητα με τα «Ερωτικά» της δεκαετίας του 1980 που σπάνια παρουσιάζονται και μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν σχετικά άγνωστα. Συνδυασμοί χυτών και μπρούντζινων ανδρικών και γυναικείων μερών του σώματος με μαγνητικά στοιχεία, ακέφαλες φιγούρες όπως ο διάσημος «Σεβαστιανός» του 1974, που ο επιμελητής Toby Kamps (υπεύθυνος Συλλογής Μοντέρνας Τέχνης της Hamburger Kunsthalle) δεν θέλησε να εντάξει στο τμήμα «Σεξ και επιστήμη», αποτέλεσαν ένα ολόκληρο κεφάλαιο της δημιουργικής έκρηξης του καλλιτέχνη.
Ο «Σεβαστιανός» είναι ομοίωμα ενός άντρα που κάθεται πάνω σε μια σφαίρα με μια υπερμεγέθη στύση, ενώ σιδερένιες βελόνες αιωρούνται από πάνω του χάρη σε μαγνήτες κρυμμένους στο στήθος του. Ο επιμελητής μού έκανε σαφές σε κουβέντα μας κατά τα εγκαίνια της έκθεσης ότι χρειάστηκε να συζητήσουν εκτενώς με τη συνεπιμελήτρια Μαρία Κουτσομάλλη-Moreau για το αν θα έπρεπε να παρουσιαστεί ο «Σεβαστιανός» στην Άνδρο και τελικά απέρριψαν την ιδέα.

Όπως ο ίδιος ομολογεί, δεν είναι από τις αγαπημένες του δουλειές του Takis, το γλυπτό παραείναι προφανές και κραυγαλέο. Από την άλλη, παραδέχεται πως το γεγονός ότι ενέταξε τον «Θηλυκό Σεβαστιανό» του 1982 στην έκθεση, μια γυναίκα γονατιστή με τα γεννητικά της όργανα σε πλήρη θέα, είναι κάπως υποκριτικό: «Το ότι φέραμε την αντίστοιχη γυναικεία εκδοχή ίσως είναι άδικο». Παρόλο που στη μακρόχρονη και στενή συνεργασία του με τον εκλιπόντα καλλιτέχνη δεν μίλησαν ποτέ για τα ερωτικά του έργα, ο Toby Kamps ήθελε να αναδείξει την προσέγγισή του σχετικά με «τη δύναμη του έρωτα, όπως αυτός συνδέεται με τη δύναμη της ζωής στον μαγνητισμό, τον ηλεκτρισμό και οποιαδήποτε άλλη αόρατη ενέργεια».
Ο Takis δεν είχε ενδοιασμούς να μιλάει στις συνεντεύξεις του για ό,τι αφορούσε την ερωτική έλξη, τον αισθησιασμό, τη λατρεία του για τις γυναίκες και το σεξ ως ζωτική δύναμη. Είχε αναπτύξει άλλωστε τις θεωρίες του σχετικά με τα ηλεκτρικά ενεργειακά φορτία που αποθηκεύονται στα γεννητικά όργανα και αναπαριστούν τη «μαγνητική έλξη» μεταξύ εραστών. Ως εκ τούτου, τα κοινά σημεία ανάμεσα στις ελκτικές δυνάμεις του μαγνητισμού και το μυστήριο του ερωτικού πόθου ήταν για εκείνον πολλά.
Η ανάλυση του Γαλλομαροκινού θεωρητικού της τέχνης Pierre Restany είναι διαφωτιστική: «Πρέπει να δούμε τα καινούργια κομμάτια του υπό την οπτική γωνία της σύνθεσης Erotakis = l’amant + l’aimant [ΕρωTakis = εραστής + μαγνήτης]. Αυτά τα έργα αποπνέουν μια άμεση, τεράστια δύναμη αισθησιακής έλξης που αναστατώνει το βλέμμα. Το φύλο γίνεται αισθητό στη στοιχειώδη, πρωταρχική, απτή του δύναμη, στο επίπεδο των βασικών κινήτρων του ανθρώπου βεβαίως, αλλά μέσα στην πλήρη ένταξή τους στην κοσμική ενέργεια».
Για να χυτεύσει τα ερωτικά του έργα χρησιμοποίησε πραγματικά μοντέλα, τα «καλούπια» δηλαδή ήταν απολύτως κοπιαρισμένα μέρη ανθρώπινων σωμάτων, έτσι ώστε να εστιάσει στον βασικό του στόχο, που ήταν να αποδείξει ότι η ζωή, όπως και το σύμπαν, διέπεται από τους νόμους της έλξης. Τα έργα του, όσο τολμηρά (στα όρια της πορνογραφίας) και αν θεωρήθηκαν, αποθεώνουν την ικανότητα του έρωτα να μας αποσπά από την ιδέα του θανάτου. Περιφρονώντας την ιουδαιοχριστιανική ηθική που ενοχοποιεί τη σεξουαλικότητα, ο Takis επιδιώκει να αναπαραστήσει μέσα από τα γλυπτά του την ερωτική απόλαυση των νεανικών σωμάτων, παρουσιάζοντάς τα άλλοτε μόνα τους, σε αποκαλυπτικές στάσεις, κι άλλοτε σε εγγύτητα με άλλα, όπως επίσης και σε συσχετισμό με όλα εκείνα τα στοιχεία που χρησιμοποιεί ως αλληγορίες του σύμπαντος −κώνους, σφαίρες, καρφιά−, υπηρετώντας αδιαλείπτως την αναζήτηση του αόρατου.
Αξίζει να αναφερθούμε στην περίφημη εγκατάσταση που δημιούργησε με αποκλειστικά ερωτικά γλυπτά το 1984 για την έκθεση «Ο αιώνας του Κάφκα» που διοργάνωσε το Κέντρο Πομπιντού στο Παρίσι, προσκαλώντας κορυφαίους διεθνείς καλλιτέχνες να συμμετάσχουν, αλλά και στην παράσταση που ανέβασε το 1986 στο δημαρχείο του Βιλερμπάν σε συνεργασία με τη σημαντική κοντραμπασίστα Joëlle Léandre και τη χορεύτρια Μάρθα Ζιώγα, με τίτλο «Ligne parallèle érotique» («Παράλληλη ερωτική γραμμή»).

Σε ένα άλλο έργο του 1979, το «Erotic Sculpture», παρουσιάζει θραύσματα χυτών μπρούντζινων ανδρικών και γυναικείων σωμάτων σε μια κάθετη ξύλινη δοκό πάνω από μια φαλλική προεξοχή που θυμίζει τις αρχαιοελληνικές Ερμές, θέλοντας να υπογραμμίσει την αίσθηση του πόνου. Μαγνητικά βέλη εκτοξεύονται προς το μέρος τους από λυγισμένα μεταλλικά στηρίγματα και οι μορφές του έργου μοιάζουν να βασανίζονται από τη σεξουαλική πράξη. Ωστόσο, το ερωτικό και το αισθησιακό στοιχείο μπορεί κανείς να τα εντοπίσει και σε μη ανθρωπομορφικά έργα του, όπως διέκρινε ήδη από το 1966 ο Γάλλος κριτικός Jean Clay, παρατηρώντας ότι στις «Ηλεκτρομαγνητικές Σφαίρες» η αιωρούμενη σφαίρα και ο επιδαπέδιος ηλεκτρομαγνήτης επιδίδονταν σε έναν χορό που προσομοίαζε σε παρωδία του ερωτικού παιχνιδιού.
Αλλά και στους «Τηλεπίνακες» τα παλλόμενα και αιωρούμενα από απαλά ρεύματα αέρος μεταλλικά αντικείμενα, στην προσπάθειά τους να αγγίξουν τους μαγνήτες που προεξέχουν πίσω από τον καμβά, θυμίζουν πτυχές της ανολοκλήρωτης επιθυμίας. Κόκκινα φώτα (σαν εκείνα του «Καντράν» του 1974 που μοιάζουν με βαμμένα χείλη), προεξέχοντες ελικοειδείς στήμονες, λουλούδια από σίδηρο και μπρούντζο, όλο το μαγνητικό σύμπαν του Takis αναδίδει αισθησιασμό και γονιμότητα.