Ο Μάρτιν Σκορσέζε αποχαιρετά τον Ρομπ Ράινερ με άρθρο γνώμης στους New York Times, καταθέτοντας μια προσωπική μαρτυρία για τη φιλία τους, τη διαδρομή τους στον κινηματογράφο και την απώλεια που, όπως γράφει, τον αναγκάζει πλέον να μιλά «στον αόριστο».
Στο κείμενό του, ο Σκορσέζε επιστρέφει στις αρχές της δεκαετίας του ’70, όταν γνώρισε τον Ράινερ στο Λος Άντζελες, σε έναν κύκλο κωμικών και ηθοποιών που συναντιόταν σε ολονύχτιες βραδιές αυτοσχεδιασμού. Περιγράφει εκείνη την περίοδο ως καθοριστική για τη σχέση τους, καθώς μοιράζονταν κοινές αναφορές και έναν παρόμοιο τρόπο προσέγγισης του χιούμορ.
Ο Σκορσέζε κάνει ειδική αναφορά στο ότι ο Ράινερ μεγάλωσε μέσα στο περιβάλλον του αμερικανικού θεάματος και είχε έντονες αναφορές από τη νεοϋορκέζικη κωμική παράδοση. Γεννημένος στο Μπρονξ και με οικογενειακό υπόβαθρο στην τηλεόραση και την κωμωδία, ανέπτυξε, όπως γράφει, έναν τρόπο δουλειάς που βασιζόταν στην ακρίβεια και στο μέτρο και λειτουργούσε χωρίς να επιβάλλεται στους άλλους.
Ο Σκορσέζε θυμάται τον Ράινερ ως άνθρωπο με έντονη αίσθηση του κωμικού χρόνου και χαρακτηριστικό, δυναμικό γέλιο, ανακαλώντας περιστατικά από δημόσιες εμφανίσεις του, αλλά και από ιδιωτικές συζητήσεις που αποτύπωναν τον τρόπο με τον οποίο «έστηνε» ένα αστείο. Αναφέρεται σε μια ιστορία από την πρώτη τους γνωριμία, όταν ο Ράινερ τον άφησε για ώρα να πιστεύει ότι μια φράση από δημοφιλές τραγούδι αφορούσε πραγματικό πρόσωπο, ως παράδειγμα της ικανότητάς του να οδηγεί τον συνομιλητή του μέχρι την κορύφωση του αστείου, χωρίς να βιάζεται.
Στο άρθρο γίνεται αναφορά και στο κινηματογραφικό έργο του Ράινερ. Ο Σκορσέζε ξεχωρίζει το «Misery» ως προσωπική του αγαπημένη ταινία, ενώ για το «This Is Spinal Tap» γράφει ότι ξεπερνά τα όρια της απλής κωμωδίας, αποδίδοντας μεγάλο μέρος της επιτυχίας του στη διπλή παρουσία του Ράινερ ως σκηνοθέτη και ηθοποιού.
Ιδιαίτερη θέση στο κείμενο έχει η συνεργασία τους στο «The Wolf of Wall Street». Ο Σκορσέζε εξηγεί ότι επέλεξε τον Ράινερ για τον ρόλο του πατέρα του πρωταγωνιστή λόγω της άνεσής του στον αυτοσχεδιασμό και της κατανόησής του για τη δραματική διάσταση του χαρακτήρα. Στέκεται σε μία συγκεκριμένη σκηνή όπου ο πατέρας ακούει ότι ο γιος του μπορεί να γλιτώσει αν αποχωρήσει εγκαίρως από την εταιρεία, βλέπει τον δισταγμό του και καταλαβαίνει ότι δεν πρόκειται να κάνει πίσω. Τότε του λέει: «Έχεις όλα τα λεφτά του κόσμου. Χρειάζεσαι και τα λεφτά των άλλων;».
Το άρθρο κλείνει με αναφορά στη δολοφονία του Ράινερ και της συζύγου του, Μισέλ. Ο Σκορσέζε γράφει ότι αυτό που συνέβη του φαίνεται αδύνατο να χωρέσει στην καθημερινή πραγματικότητα και ότι μόνο ο χρόνος μπορεί να λειτουργήσει ως αντίβαρο. Μέχρι τότε, όπως σημειώνει, επιλέγει να τους θυμάται όπως ήταν, φανταζόμενος στιγμές κοινής παρουσίας και συζήτησης, με το γέλιο του φίλου του να παραμένει κεντρικό στοιχείο της μνήμης του.
Με πληροφορίες από New York Times